0
11
σχόλια
1367
λέξεις
VISUALISM

Ένας φωτογράφος συναντά άστεγους στους δρόμους του Καναδά και ακούει τις ιστορίες τους

ΑΝΝΑ ΣΑΛΒΑΝΟΥ
18 Ιανουαρίου 2016
Πατήστε στις φωτό για να τις δείτε σε μεγάλη διάσταση


Ο Mikael Theimer ήταν περίεργος να μάθει ποια μονοπάτια οδηγούν έναν άνθρωπο στους δρόμους. Έτσι μια μέρα αποφάσισε να μάθει. Με τη φωτογραφική του μηχανή, πλησίασε άστεγους άνδρες και γυναίκες στους δρόμους του Μόντρεαλ και με ένα απλό αλλά ειλικρινές χαμόγελο τους έκανε τις ερωτήσεις που πάντα ήθελε να κάνει. Πολύ σπάνια τον έδιωξαν. Περισσότερο από χρήματα οι άνθρωποι αυτοί χρειάζονται τη σκέψη και το νοιάξιμο των άλλων. Και ενώ άκουγε το -συνήθως τραγικό- ταξίδι τους, κατάλαβε ότι πρόκειται για τους πιο γενναιόδωρους ανθρώπους που είχε ποτέ συναντήσει. Κάποιοι είπαν ότι κατέληξαν σ' αυτή τη θέση επειδή είναι αδύναμοι, ανίκανοι να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους. O Mikael πιστεύει ότι είναι λάθος να θεωρούμε πως η καλή καρδιά είναι ένδειξη αδυναμίας. Μας συστήνει λοιπόν κάποιους από αυτούς.


DAVID & DIAMOND: «Ήθελα να προσφέρω κάτι μιας και ήμουν πλέον καθαρός από ναρκωτικά, οπότε ξεκίνησα να κάνω εθελοντική εργασία για να βοηθήσω νέους εθισμένους στην ηρωίνη. Άρχισα να γνωρίζω κάποιους από τους αστυνομικούς στο κέντρο της πόλης και αυτό που συνέβη είναι ότι συνέλαβαν κάποιους εμπόρους. Τους σταμάτησαν στο αυτοκίνητό τους και όταν το έψαξαν, τη βρήκαν [τον σκύλο] σε ένα ξύλινο κουτί, τυλιγμένη με μια πετσέτα. Πρέπει να είχε να φάει τουλάχιστον 4 μέρες, ήταν τότε 2 μηνών και ήταν μόνο δέρμα και κόκαλα. Όταν έγινε η σύλληψη στεκόμουν και παρακολουθούσα και τους είδα να τη βγάζουν από το αυτοκίνητο. Είπαν ότι θα της κάνουν ευθανασία και τους είπα «Όχι, αφήστε με να την πάρω εγώ, να δω μήπως μπορώ να την κάνω καλά». Την πήγα κατευθείαν στον γιατρό, ο οποίος είπε ότι δεν άξιζε να προσπαθήσουμε. Είπα ότι δεν με νοιάζει και ότι θα το αναλάβω. Τότε ζούσα σε ένα διαμέρισμα και είχα 3.000 δολάρια σε οικονομίες. Χρειάστηκαν 1.800 δολλάρια για τη θεραπεία της. Έμεινε 3 βδομάδες στο νοσοκομείο, πήγαινα και την έβλεπα κάθε μέρα. Όταν βγήκε, ήταν υγιής. Τέσσερις μήνες μετά αρρώστησε ξανά, βρήκαν 2 όγκους στις ωοθήκες της. Η εγχείριση κόστισε 2.200 δολλάρα. Όταν πήγε 6,5 χρονών αρρώστησε ξανά, βρήκαν άλλους δύο όγκους και με χρέωσαν 2.800 δολάρια αυτή τη φορά. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να πουλήσω το διαμέρισμα και όλα μου τα έπιπλα. Γι' αυτό είμαι στον δρόμο, γιατί δεν μπορούσα να πληρώσω και το διαμέρισμα και τη θεραπεία της».

GAETAN: «Με βίασαν όταν ήμουν 12, σημαδεύοντάς με με ένα όπλο στο σαγόνι. Θα μπορούσα να πάω στο δικαστήριο, αλλά ο τύπος ζήτησε συγγνώμη την επόμενη μέρα. Μετά από αυτό κοιμόμουν με άνδρες, με γυναίκες, εκδιδόμουν, έγινε σοβαρό. Μου γάμησε τη ζωή, αλήθεια. Στα 27 μου διέγνωσαν σχιζοφρένεια. Η οικογένειά μου αντί να με βοηθήσει, με έστειλε σε ίδρυμα. Για να μην πάω, παντρεύτηκα μια γυναίκα που δεν αγαπούσα και έμεινα μαζί της για 20 χρόνια. Μια Παραμονή Χριστουγέννων τη βρήκα στο κρεβάτι με τη φίλη της να κάνουν κόκα. Πήρα τα πράγματά μου και έφυγα. Κατέληξα στον δρόμο για 3 χρόνια. Αλλά τα πάω καλύτερα και είμαι περήφανος! Κατάφερα να τα βγάλω πέρα. Είμαι περήφανος για τον εαυτό μου!».

JEAN-ROBERT: «Έκανα σκέιτ, είχα σπόνσορες. Κάποια στιγμή είχα να κάνω δύο επιλογές και έκανα τη λάθος. Συνέχισα να ζω στην κραιπάλη. Ήμουν πολύ μέσα στο πανκ ροκ και τον κόσμο του σκέιτ, ήταν σαν ένα διαρκές πάρτι και διάλεξα να ακολουθήσω αυτό και όχι την πιο σοβαρή πλευρά μου: μου αρέσουν πολύ τα βιβλία, διαβάζω όλη την ώρα, παλιότερα έκανα συλλογή από παλιά βιβλία, παλιές εκδόσεις. Αλλά ακολούθησα κάποιες κακές επιρροές. Λέω αρνητικές επιρροές, αλλά στην πραγματικότητα ήταν στο χέρι μου να διαλέξω αν θα τις ακολουθήσω ή όχι. Τώρα είμαι στους δρόμους εδώ και 3 χρόνια συνέχεια. Πέρασα 2 χρόνια χωρίς πρόνοια και μόλις κατάφερα να την πάρω πίσω. Οπότε θα προσπαθήσω να βρω ένα μέρος για τον χειμώνα, δεν θέλω να περάσω άλλο χειμώνα έξω».

GILLES: «Για ένα διάστημα έπεφτα πάνω στον Gilles κάθε Κυριακή απόγευμα, λέει ο Mikael. Μιλούσαμε κάθε φορά και όταν ήταν ώρα να φύγω. πάντα με έκανε μια αγκαλιά. Οπότε μια μέρα τον ρώτησα: "Πόσες αγκαλιές δίνεις τη μέρα;" "Δεν μπορώ καν να μετρήσω. Αγκαλιάζω τους ανθρώπους γιατί το να έχω θετικά συναισθήματα με βοηθάει. Όταν άνθρωποι έρχονται να με δουν αυθόρμητα, είναι τέλειο, αυτό είναι μαγεία"».

ALAIN: «Είχα παιδιά με μια γυναίκα από τον Βορρά. Ήταν μονίμως μεθυσμένη. Κάποια στιγμή δεν άντεχα άλλο, με παράτησε εκεί, κατέληξα μόνος, χωρίς δουλειά -ήμουν εργολάβος. Έμεινα με τον γιο μου που ήταν 3 χρόνων, η κόρη μου 2 και το μικρό ήταν πολύ μωρό. Τα κατάφερα για 3 μήνες μόνος, μετά δεν μπορούσα άλλο, δεν είχα δύναμη. Ήταν πολλή δουλειά για έναν άνδρα μόνο, ήταν πολύ δύσκολο για μένα, δεν είχα άλλη επιλογή, κάλεσα την Προστασία Ανηλίκων και τα έδωσα για υιοθεσία. Και αυτό μού ράγισε την καρδιά. Άρχισα να πίνω από τότε. Ήρθα ξανά σε επαφή με τα παιδιά μου πριν περίπου 6 μήνες. Είναι 24-25. Με έψαχναν και να σου πω την αλήθεια χαίρομαι πολύ. Έκανα όμορφα παιδιά. Βρήκα ένα μέρος να μένω τον προηγούμενο μήνα. Τα πράγματα πηγαίνουν καλύτερα. Αρχίζω να ξανακερδίζω τη ζωή μου. Επόμενος στόχος μου είναι να επιπλώσω το σπίτι μου. Και να σταματήσω να πίνω».

ESTHER: «Όταν καταλήγεις στον δρόμο, με το κρύο, την έλλειψη ύπνου, η ηρωίνη είναι το πρώτο ναρκωτικό που ρισκάρεις να δοκιμάσεις. Τον χειμώνα, όταν κάνει πολύ κρύο, σου επιτρέπει να κοιμάσαι χωρίς να αισθάνεσαι το κρύο, τον πόνο. Και η ζωή στον δρόμο είναι πραγματικά δύσκολη, οπότε τους πρώτους 6 μήνες οι άνθρωποι συνήθως εθίζονται. Για μένα ήταν στη διάρκεια του πρώτου μου χειμώνα. Δεν είχα μείνει ξανά στον δρόμο και τον πρώτο χειμώνα πραγματικά τρελάθηκα. Το κρύο, οι τραυματισμοί, τα κρυοπαγήματα, η αδυναμία πρόσβασης σε ιατρική περίθαλψη. Τώρα είμαι σε πρόγραμμα μεθαδόνης, έκανα χρήση μόνο 6 μήνες. Ο γιατρός μου κατάφερε να με κάνει να βγω από αυτό τον εθισμό τόσο γρήγορα. Διαφορετικά θα έπεφτα σε μια μεγάλη μαύρη τρύπα. Το να είσαι εξαρτημένος είναι πλήρης απασχόληση».

MAURICE: «Λέω καλημέρα σε όλους με ένα μεγάλο χαμόγελο. Τους εκπλήσσει, τους βγάζει έξω από το καβούκι τους. Σε κάνει να αισθάνεσαι κaλά. Δούλευα σε ένα καφέ για 3 χρόνια. Όλοι όσοι έμπαιναν στο μαγαζί, δεν λέω ψέματα τώρα, έφευγαν με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό τους».

ALAIN: «Έχασα τη δουλειά μου και την κοπέλα μου την ίδια μέρα. Η εταιρία έκλεισε και η κοπέλα μου... δεν χωρίσαμε στην πραγματικότητα, άλλαξε τηλέφωνο και διεύθυνση, τη μέρα που έκλεισε το μαγαζί. Ούτε δουλειά, ούτε κορίτσι. Ένιωθα κατάθλιψη, άρχισα να κάνω χρήση και μετά... Νόμιζα ότι θα αγοράζαμε σπίτι με την κοπέλα μου. Τα πηγαίναμε καλά, είχαμε και οι δύο δουλειά. Κάναμε σχέδια, να αγοράσουμε σπίτι. Αλλά το μαγαζί έκλεισε γαμώτο... Κάποιοι άνθρωποι μου δίνουν όμορφα χαμόγελα. Όμορφα χαμόγελα, φίλε, αυτό αξίζει πολλά. Δεν είχα ποτέ τέτοια χαμόγελα. Δεν πήρα ποτέ αγάπη. Η μάνα μου δεν με άγγιξε ποτέ. Ένα χαμόγελο είναι πάντα καλό. Κάποιος που τα καταφέρνει, χαρούμενος, αυτό είναι πάντα καλό».

RAYMOND: «Βοήθησα μια γυναίκα να γεννήσει. Τη γνώρισα, μετά χαθήκαμε. Και μετά όταν ξαναβρεθήκαμε, ήταν έγκυος. Δεν πείραζε που ήταν έγκυος, αρχίσαμε να ξαναβλεπόμαστε. Πήγα μέχρι την αίθουσα τοκετού μαζί της. Δεν παντρεύτηκα ποτέ, και από όσο ξέρω, δεν έχω παιδιά, αλλά βοήθησα μια γυναίκα να γεννήσει».

SYLVAIN: «Δούλευα στο Cirque du Soleil, ήμουν  συντηρητής. Πήγαινα στα καμαρίνια και καθάριζα τη σκηνή. Γιατί νομίζεις ότι φοράω το παντελόνι του κλόουν; Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που είχα στον δρόμο; Όταν έχασα τον σκύλο μου. Μου τον έκλεψαν. Μαζί του δεν ήμουν ποτέ μόνος. Ήταν ο καλύτερος φίλος μου. Είχα διάφορους γνωστούς, αλλά δεν ήταν φίλοι. Αυτός ήταν αληθινός. Δεν θα κλάψω...».

FRED & ΜΙΚΑ. FRED: «Εμβολίασε τον σκύλο μου και αύριο την πηγαίνει να της κάνει στείρωση». MIKA: «Πρώτα είδα ότι δεν είναι πρεζάκι και ότι δεν είναι μεθυσμένος. Είναι νέος, έχει ένα σκύλο στη ζωή του και είναι δύσκολο να βρεις μέρος να μείνεις τον χειμώνα με ένα σκυλί. Και πάντα φταίνε οι οικογένειές μας: όταν μας κακομεταχειρίζονται, πληρώνουμε εμείς τις συνέπειες. Και όταν μας κακομαθαίνουν… Η μητέρα μου ήταν ορφανή, ήταν σχεδιάστρια και έκανε πολλά λεφτά. Υπήρχαν ορφανοτροφεία ακόμα τότε και σε κάθε ευκαιρία η μητέρα μου βοηθούσε. Όταν ζητούσε από πελάτες της πράγματα για να δωρίσουν, τους έλεγε "μη μου δώσετε κουρέλια. Κoυρέλια έχουν". Οπότε καταλαβαίνεις, η ιστορία πάει πολύ πίσω. Από μικρή έμαθα ότι όταν βλέπεις το χαμόγελο σε ένα πρόσωπο, είτε πρόσωπο παιδιού είτε ενήλικα, το χαμόγελο μένει μαζί σου».
 
εμφάνιση σχολίων