0
1
σχόλια
985
λέξεις
ΖΗΝ
Αποδοχή είναι η δεκτική κατάσταση που πηγάζει από την καλή πρόθεση να λειτουργήσουν τα πράγματα έτσι που να διευκολύνουν τις καλές σχέσεις. Από την Ερατώ Χατζημιχαλάκη
 
DOCTV.GR | ΦΩΤΟ: PEXELS
8 Ιουλίου 2020
Η ζωή είναι γεμάτη αλλαγές. Άλλες έρχονται να μας βρουν και άλλες τις επιδιώκουμε για το καλύτερο της καθημερινότητάς μας. Όταν κάποιος προσεγγίζει τη διαδικασία της αλλαγής είτε με βοήθεια ειδικού, είτε μόνος του, έχει να περάσει από κάποια απαραίτητα στάδια.

Στάδιο Α: Χρειάζεται να θέλει να αλλάξει! Να επιθυμεί! Χρειάζεται να αποφασίζει ο ίδιος και όχι με την επιβολή τρίτου να μπει στην διαδικασία της αλλαγής. Στην περίπτωση που κάποιος ξεκινά τη διαδικασία της αλλαγής από επιβολή άμεση ή έμμεση (ακόμη και χειριστική) ελλοχεύει ο κίνδυνος της διακοπής της προσπάθειας στην πρώτη δυσκολία. Άρα απαραίτητη συνθήκη η αυτενέργεια.

Στάδιο Β: Χρειάζεται να ξέρει τι θέλει να αλλάξει. Πολλές φορές νοιώθουμε πως κάτι δεν πάει καλά, στη σχέση μας, στη συμπεριφορά μας, στην ατμόσφαιρα γύρω μας αλλά δεν ξέρουμε τι. Για να το αλλάξουμε χρειάζεται να το εντοπίσουμε. Η διαδικασία αυτή μπορεί να είναι γρήγορη, εύκολη, επίπονη, μοναχική, με την βοήθεια ενός ειδικού ή ενός εμπειρότερου, πάντως είναι από μόνη της μια διαδικασία εφικτή εφόσον προηγείται το Στάδιο Α. Εφόσον κάποιος θέλει δεν μπορεί παρά να βρει τον τρόπο, τον δρόμο, τη διαδικασία.

Στάδιο Γ: Χρειάζεται να έχει αποδοχή για αυτό που είναι. Είναι το πιο δύσκολο στάδιο. Είναι σ’ αυτή τη φάση που μη μπορώντας να αντιληφθεί κανείς πόσο σημαντικό είναι να αποδεχτεί αυτό που συμβαίνει χάνεται το παιχνίδι. Είναι μια τόσο βασική προϋπόθεση που όμως επειδή είναι ξεχασμένη και παρεξηγημένη γίνεται ακόμη δυσκολότερη. Αποδοχή! Μεγάλη έννοια, σπουδαία συνθήκη και ενισχυτικός κώδικας εξέλιξης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που συναντάται ο όρος αυτός σε όλες τις προσεγγίσεις προσωπικής ανάπτυξης, σε όλες τις φιλοσοφίες και αποτελεί μαθητεία μακρόχρονη και επίπονη για εκείνους που ακολουθούν Πνευματικά μονοπάτια.

Όταν εδώ χρησιμοποιούμε τη λέξη «αποδοχή» δεν εννοούμαι «παράδοση» δεν εννοούμαι «υποταγή» δεν εννοούμαι «παραδοχή». Η γλώσσα μας είναι ιδιαίτερα πλούσια αλλά και σοφή: «Από + δέχομαι» σημαίνει κινούμαι προς την λήψη κάτι ή κάποιου που προσφέρεται. Δηλαδή λαμβάνω, δέχομαι, αυτό που προέρχεται από τον άλλο, διότι η πρόθεση «από» εμπεριέχει την έννοια της εκκίνησης. Αποδοχή ακόμη θα πει συγκατάθεση, έγκριση, επιδοκιμασία, επικρότηση, θετική απάντηση σε κάποιον σε κάτι που του προσφέρουν ή του προτείνουν, θετική κρίση, απόφανση για κάποιον ή για κάτι.
 

Αποδοχή είναι η ικανότητα να ξεχωρίζει κανείς τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του και τις πράξεις του από την πραγματική αξία που αποδίδει στον εαυτό του  

Ας δούμε τώρα την έννοια πώς διαμορφώνεται στο φάσμα της Προσωπικής Ανάπτυξης. Αποδοχή είναι η ικανότητα να ξεχωρίζει κανείς τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του και τις πράξεις του από την πραγματική αξία που αποδίδει στον εαυτό του. Ζητούμενο να ισχύσει το ίδιο και για τον άλλο. Άλλο λοιπόν οι σκέψεις και τα συναισθήματα και άλλο η αξία του εαυτού. Μπορεί να έχω κακές σκέψεις αλλά αυτό δεν με κάνει απαραίτητα κακό άνθρωπο. Μπορεί να έχω συναισθήματα σαν την ζήλια, ή τον θυμό αυτό όμως δεν μειώνει την αξία μου σαν άνθρωπο οπωσδήποτε.

Χρειάζεται να μάθουμε να αποδεχόμαστε και τον σκιώδη εαυτό μας γιατί και αυτός είναι κομμάτι μας. Το τι θα κάνουμε μ’ αυτό είναι άλλη ιστορία. Κατ’ αρχήν ας το δούμε και ας αποδεχτούμε την υπάρξή του χωρίς να μπαίνουμε σε αξιολόγηση και κριτική. Αυτό είναι αποδοχή να δεις τα πράγματα έτσι ακριβώς όπως είναι. Χωρίς αξιολόγηση. Χωρίς κριτική. Είναι αυτό που είναι! Ας το δούμε σαν παρατηρητές χωρίς αξιολόγηση. Όπως βλέπουμε ένα γεγονός που δεν μας αγγίζει απαραίτητα. Θέλει μεγάλο θάρρος η αποδοχή. Θέλει κουράγιο να πεις «ναι ζηλεύω», «ναι είμαι επικριτικός», «ναι δεν αναλαμβάνω την ευθύνη μου».
 

Μόνο αποδεχόμενοι χωρίς αυτοκατάκριση ή αυτοθαυμασμό ή αυτόλύπηση, μπορούμε να περπατήσουμε σε πιο καθαρά μονοπάτια αυτογνωσίας  

Οι περισσότεροι δυσκολεύονται και να αντιληφθούν αυτό που λέγεται εδώ, γιατί η κριτική είναι τόσο συνυφασμένη με την ύπαρξή μας που ούτε μία στιγμή δεν μπορούμε να δούμε αυτό που «είναι» χωρίς την απαραίτητη αξιολόγησή του. Αποδοχή λοιπόν είναι η ικανότητα να βλέπεις την πραγματικότητα και όχι το τι θα έπρεπε να είχε γίνει (το παρελθόν) ή το τι θα θέλαμε να γίνει (το μέλλον). Ας έχουμε κατά νου πως χωρίς την αποδοχή η αλλαγή μπορεί να είναι μόνο πρόσκαιρη. Μόνο αποδεχόμενοι χωρίς αυτοκατάκριση ή αυτοθαυμασμό ή αυτόλύπηση, μπορούμε να περπατήσουμε σε πιο καθαρά μονοπάτια αυτογνωσίας.

Αν φύγουμε τώρα από τον εαυτό και προχωρήσουμε με στόχο τις καλύτερες σχέσεις και δούμε την αποδοχή να επεκτείνεται και για τον άλλον. Αμέσως το τοπίο της καθημερινότητας αλλάζει. Αν καταφέρω να δω τον άλλο χωρίς κριτική, χωρίς διάθεση σύγκρισης και απόδοσης δικαίου ή αδίκου, αποδεχόμενη πως ενεργεί έτσι, γιατί δεν ξέρει να ενεργήσει αλλιώς και αγκαλιάσω την πραγματικότητά του όπως ακριβώς είναι, διευκολύνοντάς τον με κάθε τρόπο να αντιληφθεί την άλλη οπτική, ίσως τα πράγματα να άλλαζαν ριζικά. Ίσως να καταφέρει και ο άλλος να επανατοποθετηθεί.

Φυσικά δεν σημαίνει ότι, ιδιαίτερα στις στενές σχέσεις, αν ο άλλος αρνείται να επανατοποθετηθεί, χρειάζεται να παραμείνω αποδεχόμενη συνθήκες που γίνονται ακραίες ή προσβλητικές ή κακοποιητικές. Όλες οι έννοιες έχουν όρια. Δυσδιάκριτα τις περισσότερες φορές αλλά υπαρκτά. Μόλις περάσει το όριο που «κάτι» είναι «κάτι» , αυτό το «κάτι» γίνεται «κάτι άλλο». Μόλις η αποδοχή υπερβεί το όριό της μπορεί πολύ εύκολα να γίνει υποταγή και τότε η συνθήκη αλλάζει δόνηση. Αλλάζει χροιά και χρώμα. Άλλο άρωμα αναδύεται. Αν παραμείνω στην αποδοχή θα χρειαστεί να δω ότι χρειάζεται να έχει προηγηθεί η κατανόηση. Μόνον όταν κατανοήσω τις συνθήκες του άλλου μπορώ να τον αποδεχτώ και πιθανά σύντομα να μπορέσω και να τον συγχωρέσω (συν+χωρώ).

Σε άλλο άρθρο τα περί συγχωρήσεως. Κλείνοντας ας έχουμε συνεχώς στο νου πως η αποδοχή δεν είναι υποταγή. Είναι η δεκτική εκείνη κατάσταση που πηγάζει από την καλή πρόθεση να λειτουργήσουν τα πράγματα έτσι που να διευκολύνουν τις καλές και αγαθές σχέσεις.


Η Ερατώ Χατζημιχαλάκη είναι Οικογενειακή Σύμβουλος, απόφοιτη του ειδικού τμήματος Συμβουλευτικής Γονέων του Florida Atlantic University. Έχει δίπλωμα Θεραπευτικού Συμβούλου του CPCAB (The Counselling & Psychotherapy Central Awarding Body U.K.) ενώ έχει διετελέσει και  μέλος τους Δ.Σ. της Ελληνικής Εταιρίας Αντλεριανής Ψυχολογίας.
εμφάνιση σχολίων