«Άγνωστη», άκουσα ξανά και κατάλαβα ότι μάλλον μου κάνει παιχνίδια η φύση με επαναλήψεις. Άγνωστη έμεινα για πάντα, καταραμένη άγνωστη και στη μορφή και στο από μέσα. Το νοθευμένο από μέσα που ψάχνει το αθάνατο νερό να εξαγνιστεί από λογικές και μεθοδευμένες σκέψεις. Άγνωστη για σένα, άγνωστη για μένα και αόρατη για όλους. Συνειδητή επιλογή, παράφορα ρομαντική κατάληξη ενός ακόμα τυχαίου περάσματος; Φέρνει ζαλάδα το στροβίλισμα, άγνωστε αγαπημένε.
Είπες θα 'ρθεις. Περάσανε τα χρόνια κι ήρθες. Μα τυχαίο ήτανε το πέρασμά σου κι εγώ για ραντεβού το πέρασα κι έτρεξα στον καθρέφτη να φτιαχτώ. Και μέχρι να γυρίσω, είχες ήδη πάλι χαθεί. Η απώλειά σου με ρούφηξε κι είναι οι φωνές που ακούω από άλλες εποχές. Μπερδεμένοι χρόνοι, σχετικοί, κι εγώ άσχετη με υπολογισμούς, μόνο ένστικτα. Μαζί σου ένστικτα και βίαια και ζωώδη και αγγελικά και εξαγνισμένα. Όλα μαζί σε δόσεις απροσδιόριστες, τυχαίες. Μικρές εκρήξεις μέσα μου, μικρά φουρνέλα βγάζουν φωτιές, αφήνουν σπινθιροβόλες εξαγωγές συναισθήματος.
Τι κρίμα που δεν ήσουν εδώ να δεις, τι κρίμα που δεν θα είσαι ποτέ εδώ. Είναι δικό σου επίτευγμα αυτό, άγνωστε δημιουργέ και επιμελώς συγκαλυμμένε συνοδοιπόρε. Σπάταλα ξοδεύεις, αστόχευτα, ενέργεια, κι εγώ πάλι τη χαρίζω απλόχερα στο σύμπαν αφού άλλο παραλήπτη δεν έχω. Μικρά βεγγαλικά, προσπαθώ να τα συγκρατήσω μα διαχέομαι απ' το φως, μου ανοίγει τρύπες το φως σου και ξεπηδούν πρωτοχρονιάτικες σπίθες γιορτής. Κρίμα που δεν είσαι εδώ. Μια στιγμή, δυο στιγμές, τόση η ζωή -η ζωή μαζί σου. Στροβιλίζομαι ακόμα. «Άγνωστη» φωνάζει κι όταν καταλαγιάσει, δεν θα είμαι ούτε εγώ καν εδώ.
εμφάνιση σχολίων