Παρ' ό,τι έχει ειπωθεί για την αγάπη που ορισμένες ψυχές (πατώντας στεριά) ομολόγησαν πως νιώθουν γι' αυτήν, παρ' όλες τις τιμές που της έχουν γίνει σε πρόζα και τραγούδι, η θάλασσα φιλική προς τον άνθρωπο δεν ήταν ποτέ της.
Ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, συνένοχος του ανθρώπινου πυρετού, παίζοντας τον ρόλο του ηθικού αυτουργού για φιλοδοξίες που διατρέχουν όλο τον κόσμο. Πιστή σε καμιά φυλή, αντίθετα με την καλοσυνάτη Γη, αδύνατον να χαραχτεί με τα σημάδια της γενναιότητας και του κόπου και της αυτοθυσίας, αδύνατον επίσης να αναγνωρίσει το οποιοδήποτε τετελεσμένο κυριαρχίας, η θάλασσα δεν υιοθέτησε ποτέ τους σκοπούς των κυρίων της, όπως το έκαναν οι στεριανοί τόποι όπου ρίζωσαν τα νικηφόρα έθνη της ανθρωπότητας, απιθώνοντας τις κουνιστές τους πολυθρόνες και διαλέγοντας τα χώματα των τάφων τους.
Εκείνος - άνθρωπος ή λαός - που, παραχωρώντας την εμπιστοσύνη του στη φιλία της θάλασσας ξεχνά τη δύναμη και την πονηριά του δεξιού του χεριού, είναι ένας ανόητος! Λες και είναι πολύ μεγάλος, τρομερός για τις κοινές αρετές, ο ωκεανός δεν έχει καμία συμπάθεια, καμία πίστη, κανέναν νόμο, καμία μνήμη".
"Η αγάπη, έστω κι αν πιστεύεται κατά μίαν έννοια πως είναι ισχυρότερη απ' το θάνατο, δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο καθολική και τόσο σίγουρη όσο αυτός. Στην πραγματικότητα, η αγάπη είναι σπάνια - η αγάπη για τους ανθρώπους, για τα πράγματα, για τις ιδέες, η αγάπη για την τελειοποιημένη δεξιότητα.
Γιατί η αγάπη είναι εχθρός της βιασύνης, μετρά τις μέρες που περνούν και τους ανθρώπους που φεύγουν, καθώς ωριμάζει αργά μέσα στο πέρασμα των χρόνων, καταδικασμένη κι αυτή σύντομα να ξεψυχήσει, να μην υπάρξει ποτέ ξανά. Αγάπη και θλίψη πάνε μαζί, η μια πιασμένη απ' το χέρι της άλλης, σ' ένα κόσμο που όλα αλλάζουν γρήγορα, πιο γρήγορα κι από τα είδωλα των σύννεφων που περνούν πάνω στον καθρέπτη της θάλασσας".
Τζόζεφ Κόνραντ: Ο καθρέφτης της θάλασσας, μτφ΅Δημήτρης-Χρυσός Τομαράς, Εκδόσεις Ίνδικτος. Ο Joseph Conrad (κατά κόσμον Josef Teodor Konrad Nalecz Korzeniowski) γεννήθηκε το 1857 στην Ουκρανία η οποία βρισκόταν τότε υπό ρωσική κυριαρχία. Οι γονείς του, ένθερμοι Πολωνοί πατριώτες, αγωνιστές κι εξόριστοι λόγω αντικαθεστωτικής δράσης, πέθαναν όταν ο Conrad ήταν ακόμα μικρός. Για τα επόμενα εικοσιπέντε χρόνια, την κηδεμονία του ανέλαβε ανεπίσημα ο θείος του και αδερφός της μητέρας του Tadeusz Bobrowski, ο οποίος στα 1874 έδωσε τη συγκατάθεσή του προκειμένου να γίνει ο ανιψιός του ναυτικός. Ο Conrad ξεκίνησε τη ναυτική του σταδιοδρομία από τη Μασσαλία, όπου πρώτα υπηρέτησε σε γαλλικά εμπορικά πλοία και κατόπιν σ' ένα αγγλικό, ως δόκιμος. Στα 1886, απέκτησε την αγγλική υπηκοότητα και το δίπλωμα του Πλοιάρχου του Βρετανικού Εμπορικού Ναυτικού. Οκτώ χρόνια αργότερα, εγκατέλειψε τη θάλασσα με σκοπό ν' αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη συγγραφή και στα 1895 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο "Η τρέλα του Αλμάγιερ". Στα 1896 παντρεύτηκε τη Jessie George και εγκαταστάθηκε οριστικά στο Κεντ, όπου έγραψε γνωστά αριστουργήματα όπως "Η καρδιά του σκότους", "Λόρδος Τζιμ", "Ο μυστικός πράκτορας, Νειάτα", "Τυφώνας" κ.ά. Κάποια έργα του θεωρούνται "ρομαντικά", αλλά ο "ρομαντισμός" του είναι εμποτισμένος με έντονη ειρωνεία, προπάντων για την ικανότητα του ατόμου να ξεγελά τον εαυτό του. Πολλοί κριτικοί τον θεωρούν πρόδρομο του μοντερνισμού. Το αφηγηματικό ύφος και οι υπαρξιακοί, αντι-ηρωικοί χαρακτήρες του, έχουν επηρεάσει πολλούς συγγραφείς. Ανάμεσα στους θαυμαστές του ήταν ο Χένρι Τζέιμς και ο Φορντ Μάντοξ Φόρντ με τον οποίο συνεργάστηκε για τη συγγραφή δύο μυθιστορημάτων.
Διαβάστε επίσης: Όταν ο Φώουλς πρωτοείδε την Αθήνα
Ακολουθήστε μας στο Instagram και στο Facebook για να βλέπετε τα άρθρα που σας ενδιαφέρουν