0
1
σχόλια
1640
λέξεις
Α' ΠΡΟΣΩΠΟ
Από τον Δημήτρη Φλαμούρη
 
DOCTV.GR | UNSPLASH
24 Ιουνίου 2023
Μήπως είσαι από τους ανθρώπους που ανησυχούν πολύ εύκολα για κάτι; Που είναι καχύποπτοι με τους άλλους και θεωρούν ότι κάτι κακό μπορεί να τους συμβεί; Για ποιο λόγο σου συμβαίνει αυτό; Ίσως να θεωρείς ότι είσαι τρελός ή προβληματικός. Όμως η απάντηση είναι η ακριβώς αντίθετη.

Που βρίσκεται ο φόβος; Ας αρχίσουμε με τα βασικά. Το κέντρο του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για την αναγνώριση του κινδύνου (η αμυγδαλή) σχηματίζεται περίπου στους επτά μήνες της κύησης. Συνεπώς, γεννιόμαστε με τον αισθητήρα του κινδύνου πλήρως ανεπτυγμένο και ενεργό.

Η κύρια λειτουργία του είναι να αποφασίζει αν κάτι είναι καλό ή κακό για εμάς. Το σύστημα το οποίο είναι υπεύθυνο για να ρυθμίζει και να ηρεμεί τον φόβο μας, όμως, αναπτύσσεται πολλά χρόνια αργότερα (παίρνει την τελική μορφή του στα 25-26 χρόνια).

Πώς ηρεμεί ένα παιδί; Με την αμυγδαλή ενεργή, αλλά χωρίς κέντρο ρύθμισης του φόβου σχηματισμένο, τα βρέφη και τα παιδιά βασίζονται πλήρως στους κύριους φροντιστές τους (συνήθως οι γονείς, αλλά μπορεί να είναι και ο παππούς και η γιαγιά ή κάποιος άλλος) ώστε να τα καθησυχάζουν. Καλύπτουν εκείνοι αυτή την τόσο σημαντική, αλλά ακόμα ασχημάτιστη, λειτουργία του εγκεφάλου τους. Εμφανίζονται όταν τα παιδιά νιώθουν δυσφορία, και κατανοούν τι χρειάζεται το παιδί ώστε να το επαναφέρουν σε μια κατάσταση ηρεμίας και σωματικής ισορροπίας.

Ο τρόπος με τον οποίο οι φροντιστές τα βοηθούν να αντιμετωπίσουν το φόβο και την αγωνία τους, διαμορφώνει τα εγκεφαλικά τους κυκλώματα ανάμεσα στην αμυγδαλή και στο ρυθμιστικό μέρος του εγκεφάλου τους (προμετωπιαίος λοβός).

Αν οι πρώτες εμπειρίες είναι κυρίως θετικές και επιτυχείς, τα παιδιά τείνουν να νιώθουν πιο ασφαλή στον κόσμο. Βιώνουν τους άλλους ανθρώπους σαν πηγές καθησυχασμού. Τελικά, μαθαίνουν να αυτορυθμίζουν το δικό τους φόβο, μιλώντας θετικά στον εαυτό τους και ενθυμούμενα θετικά αποτελέσματα εφησυχασμού από τους γονείς τους.

Αν όμως ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα και ανασφάλεια, το σύστημα κινδύνου μαθαίνει να είναι σε συνεχή επιφυλακή, για να καταφέρει να επιβιώσει. Αυτό έχει σαν βιολογική συνέπεια υψηλότερα επίπεδα αδρεναλίνης, κορτιζόλης και ντοπαμίνης (νευροδιαβιβαστές «άγχους») από το φυσιολογικό και χαμηλότερα επίπεδα σεροτονίνης (νευροδιαβιβαστής «ευτυχίας»). Με άλλα λόγια το πώς οι γονείς αντιδρούν στο άγχος των παιδιών, διαμορφώνει ποικιλοτρόπως τον εγκέφαλό τους. Όχι απλά την ψυχολογία τους.

Ποιος σε κυνηγάει; Μεγαλώνοντας σε ένα αβέβαιο και ανασφαλές περιβάλλον, διαμορφώνεται κατά τέτοιο τρόπο ο εγκέφαλος ενός παιδιού, ώστε όταν το άτομο μεγαλώσει να τρομάζει πιο εύκολα (χαμηλότερο όριο ενεργοποίησης της αμυγδαλής) και ασυναίσθητα ψάχνει διαρκώς για στοιχεία κινδύνου και απειλής στον έξω κόσμο, ακόμα και όταν δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.

Το μυαλό του γίνεται παρόμοιο με αυτό των ζώων θηραμάτων, που είναι διαρκώς σε επιφυλακή για ζώα κυνηγούς. Η πιο πρωτόγονη λειτουργία της αμυγδαλής είναι να θυμάται κάθε αρνητική και επικίνδυνη εμπειρία που είχαμε ποτέ και να είναι σε εγρήγορση στο παρόν για οτιδήποτε μπορεί, έστω και αφηρημένα, να μοιάζει με κάτι που μας προκάλεσε δυσφορία ή φόβο στο παρελθόν. Η αντίδραση αυτή είναι εκτός του συνειδητού μας ελέγχου. Συμβαίνει αυτόματα.

Ο εγκέφαλός μας κατασκευάζει τη συνειδητή μας πραγματικότητα μέσα σε μισό δευτερόλεπτο. Δισεκατομμύρια νευρώνες ενεργοποιούνται και η άδηλη μνήμη μας (implicit memory) συνδυάζει στοιχεία από προηγούμενες εμπειρίες μας ώστε να σχηματίσει μια γρήγορη εικόνα για την πραγματικότητα, έξω από τον συνειδητό μας έλεγχο. Χρησιμοποιεί το παρελθόν μας ως το μοντέλο πρόβλεψης της πραγματικότητά μας.

Όπως γράφω στο τελευταίο βιβλίο μου «Το Παράδοξο Μονοπάτι προς το Νόημα της Ζωής», το μυαλό μας δε βλέπει. Προβλέπει. Κακό ή καλό; Απειλή ή όχι;  Γι αυτό τρομάζουμε όταν δούμε ένα λάστιχο στο χώμα, μέχρι να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είναι φίδι.

Κατά ένα τρόπο λοιπόν, είναι αδύνατον να ζούμε συνειδητά στο τώρα. Ζούμε με τουλάχιστον μισό δευτερόλεπτο διαφορά από το παρόν. Σε αυτό το μισό δευτερόλεπτο, όταν ενεργοποιείται το σύστημα της αμυγδαλής, σχηματίζουμε ασυνείδητα την εντύπωση ότι οι άλλοι είναι απειλή για εμάς. Σε αυτό συμβάλει το γεγονός ότι οι σκέψεις μας συχνά είναι «υποδουλωμένες» στα συναισθήματά μας. Η αγωνία και ο φόβος που νιώθουμε ακούσια πρωταρχικά, οδηγούν τον εγκέφαλό μας να παράξει σκέψεις που δικαιολογούν αυτά τα συναισθήματα.

Δηλαδή, πρώτα έρχεται το συναίσθημα αυτόματα και μετά το μυαλό μας κατασκευάζει σκέψεις που να το δικαιολογούν. Δεν τις επιλέγουμε τις σκέψεις. Έρχονται μόνες τους. Πχ. κάποιος κοιτάζει προς το μέρος μου, αυτόματα νιώθω απειλή, δυσφορία και το μυαλό μου δημιουργεί τη σκέψη: «Γιατί με κοιτάζει έτσι; Τι του έκανα; Τι θέλει από μένα;»

Και έτσι το μυαλό μου δημιουργεί ισορροπία ανάμεσα σε αυτό που νιώθω και αυτά που σκέφτομαι. Θεωρώ ότι το συναίσθημα μου είναι δικαιολογημένο… Βλέπουμε τον κόσμο μέσα από ένα φίλτρο που κατασκευάζεται μέσα σε μισό δευτερόλεπτο, εκτός της δικής μας συνειδητότητας. Η δουλειά της θεραπείας είναι να ανακαλύψουμε αυτά τα φίλτρα.

Δαρβίνος και ψυχολογία. Oι εμπειρίες μας δίνουν μορφή στην αρχιτεκτονική των νευρωνικών κυκλωμάτων μας, καθιστώντας τον εγκέφαλό μας μια ζωντανή έκφραση της ιστορίας των εμπειριών μας.

Το να έχουμε εγκεφάλους οι οποίοι σχηματοποιήθηκαν κατά την παιδική μας ηλικία είναι καλά νέα για μερικούς και άσχημα για κάποιους άλλους. Τα παιδιά δεν έχουν λόγο για το οικογενειακό και κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο μεγαλώνουν. Δεν ξέρουν κάποια άλλη πραγματικότητα. Μόνο αυτή μέσα στην οποία βρίσκονται.

Δυστυχώς, παιδιά σε δύσκολα οικογενειακά πλαίσια μεγαλώνουν και νιώθουν αγχωμένα, μπερδεμένα και μαθαίνουν να μην εμπιστεύονται τη δική τους κρίση. Παιδιά με γονείς που δε θέλουν ή δεν μπορούν να τα φροντίσουν με αγάπη, συχνά μεγαλώνουν και νιώθουν ανάξια αγάπης και ντρέπονται για την ύπαρξή τους.

Αυτός είναι ο τρόπος της φύσης να διασφαλίσει ότι θα συνδεθούν με αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την επιβίωσή τους. Τους γονείς τους. Γιατί έτσι μένουν κοντά στους γονείς τους. Αν ο γονέας μου δεν με αγαπάει και εγώ πιστεύω ότι είμαι άξιος αγάπης, τότε θα αντιστέκομαι. Ίσως να θελήσω να τον απορρίψω και να φύγω. Δηλαδή, δε θα επιβιώσω, γιατί σαν παιδί μόνος μου δεν μπορώ να τα καταφέρω.

Αν όμως ο γονέας μου δε με αγαπάει κι εγώ πιστεύω ότι είμαι ανάξιος αγάπης, θα θεωρώ ότι έχει δίκιο. Έτσι θα συνεχίζω να μένω κοντά του και θα εξασφαλίζω την επιβίωσή μου σε αυτή την ευαίσθητη φάση της ζωής μου. Προσαρμόζομαι ακούσια στα συναισθηματικά πιστεύω του γονέα, ώστε να επιβιώσω βιολογικά και ψυχολογικά.


Η εξέλιξη των ειδών δεν είναι καθόλου ρομαντική ή συναισθηματική. Το μόνο που έχει σημασία είναι η επιβίωση του πιο ικανού            

Για παράδειγμα, θα ήταν κακό από εξελικτικής σκοπιάς, τα παιδιά που γεννιούνται σε κακοποιητικές οικογένειες να συνδέονται με ασφαλή τρόπο και να έχουν ανεπτυγμένες όλες τις αισθήσεις τους, ώστε να δέχονται όλες τις επιρροές από το περιβάλλον. Ειδικά τις επιρροές που είναι πολύ επίπονες γι αυτά.

Γι αυτό πολλές έρευνες έχουν βρει ότι κακοποιημένα παιδιά μπορεί να έχουν επιλεγμένες δυσκολίες στην αντιληπτική τους ικανότητα. Δε βλέπουν ή δεν ακούν τόσο καλά ορισμένες φορές. Σαν να κλείνονται στον εαυτό τους και να αποκόβονται από τον κόσμο. Γιατί αυτό τα προστάτευε όταν ήταν μικρά από το να επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από το κακοποιητικό περιβάλλον τους.

Τι μπορώ να κάνω; Το ανακουφιστικό μήνυμα που η νευροεπιστήμη έχει να μεταφέρει είναι πως ο άνθρωπος αλλάζει. Ο εγκέφαλός μας είναι εύπλαστος και μπορεί να αλλάξει μέχρι και στα βαθιά γεράματά μας. Αρκεί να θελήσουμε να τον γυμνάσουμε.

Μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται νευροπλαστικότητα μπορούμε να χτίσουμε νέους τρόπους απόκρισης στα εξωτερικά ερεθίσματα. Και μόνο η συνειδητοποίηση πως η συμπεριφορά μας στο ενήλικο παρόν μας, είναι αναγκαστική συνέπεια του τρόπου με τον οποίο αναπλάστηκε ο εγκέφαλός μας, στο εύθραυστο παρελθόν μας, είναι πολύ ανακουφιστική. Δεν είναι δικό μας σφάλμα.

Έχουμε την ευθύνη όμως, για να τον αναδιαμορφώσουμε από εδώ και πέρα, με τρόπο που θα μας εξυπηρετεί. Όπως γράφω στο τελευταίο μου βιβλίο, «Δε φταις για τίποτα και έχεις ευθύνη για τα πάντα».

Όπως έχω ξαναγράψει στο παρελθόν, δε γίνεται να αγαπήσουμε τον εαυτό μας, αν δεν τον γνωρίσουμε πρώτα. Οι εύκολες συμβουλές (“αγάπησε τον εαυτό σου“) που ακούγονται εκεί έξω είναι εντελώς άχρηστες. Η γνώση του πώς λειτουργεί ο εγκέφαλός μας, μπορεί να αποβεί απαραίτητη ώστε να κάνουμε ειρήνη με τις πλευρές του εαυτού μας που μας δυσκολεύουν.

Δεν είμαστε κακοί άνθρωποι. Είμαστε ταλαιπωρημένοι. Είμαστε όπως είμαστε επειδή δε μας έχουν αγαπήσει όπως το είχαμε ανάγκη. Η νευροεπιστήμη πλέον το αποδεικνύει.

Μιλώντας με έναν ειδικό, μπορούμε να ανακαλύψουμε το δικό μας τραύμα (όλοι οι άνθρωποι έχουμε τουλάχιστον ένα τραύμα) και να ξεκινήσουμε την διαδικασία της επούλωσης και της αναδόμησης του εγκεφάλου μας. Μπορούμε. Γίνεται. Το τραύμα είναι ένα φαινόμενο της ζωής. Όμως, δε χρειάζεται να είναι ισόβια ποινή. Το παρελθόν δεν είναι και πεπρωμένο.

Συμπέρασμα. Οι γονείς χτίζουν στην κυριολεξία τον εγκέφαλο των παιδιών τους, μέσα από επιγεννετικές διαδικασίες, οι οποίες μετατρέπουν τις αλληλεπιδράσεις γονέα-παιδιού στην νευροανατομία και στη νευροχημεία του εγκεφάλου των παιδιών.
Αν το παιδί δεν έχει γονείς που το προσέχουν επαρκώς, τότε η ανασφάλεια μέσα στην οποία μεγαλώνει, του στερεί το χώρο, αλλά και τις εγκεφαλικές υποδομές, για να αναπτύξει την ικανότητα να ηρεμεί τον εαυτό του και να ρυθμίζει τα συναισθήματά του.

Στην ενήλικη ζωή του γίνεται ένας άνθρωπος που είναι διαρκώς σε επιφυλακή. Βιώνει συναισθηματικές εκρήξεις. Βλέπει απειλή, συχνά εκεί που δεν υπάρχει. ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΠΙΛΟΓΗ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΚΑΝΕΙ.

Έχουμε τον τέλεια ανεπτυγμένο εγκέφαλο για να ανταπεξέρχεται στις συνθήκες που βιώσαμε όταν μεγαλώναμε. Και ίσως αυτές οι συνθήκες απειλής να μην υπάρχουν πια στο παρόν μας. Κατάλαβε ότι υπάρχει πολύ καλός λόγος που είσαι όπως είσαι. Δε φταις εσύ. Και έχεις τη δύναμη να το αλλάξεις, αν θέλεις, ανά πάσα στιγμή.

Αν δε θέλεις να το αλλάξεις ή αν δυσκολεύεσαι και πάλι δεν πειράζει. Η γνώση είναι δύναμη. Θα μπορείς να ζήσεις τη ζωή σου χωρίς παρεξηγήσεις Χωρίς να κατηγορείς τους άλλους ή τον εαυτό σου. Ό,τι και να αποφασίσεις, γνώριζε ότι η τωρινή σου κατάσταση δεν είναι το πεπρωμένο σου. Μπορούν να έρθουν καλύτερες μέρες…


* To άρθρο αντλεί πληροφορίες από το βιβλίο “Neuroscience for Clinicians“, Louis Cozolino.

Δημήτρης Φλαμούρης. Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας. Σπούδασε μαθηματικά, μετά master και διδακτορικό στα χρηματοοικονομικά. Σπούδασε ψυχολογία, με ειδίκευση στη Θετική Ψυχολογία. Συγγραφέας των βιβλίων: Ψυχο-λογικές Σχέσεις, Ψυχο-λογικά Μυστικά (που μακάρι να γνώριζα νωρίτερα) και To Παράδοξο Μονοπάτι προς το Νόημα της Ζωής.


 
Διαβάστε επίσης:
Η Εξουθένωση των ζευγαριών
Ο εαυτός μας και οι ρόλοι μας
Ψυχολογία: Κατάθλιψη και καλοκαίρι
εμφάνιση σχολίων