Σε μια χώρα με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ανισότητας, όπου το 1/3 του πληθυσμού ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, [2] η έλλειψη στέγης αποτελεί ένα πρόβλημα διαχρονικό, που οξύνεται στις συνθήκες της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης.
Το στεγαστικό πρόγραμμα «Το σπίτι μου, η ζωή μου» (Minha Casa, Minha Vida), που εγκαινιάστηκε το 2009 επί διακυβέρνησης Λούλα, δεν κατόρθωσε να καλύψει, παρά σε μικρό ποσοστό, τις τεράστιες ανάγκες στέγασης του πληθυσμού [3].
To Σάο Πάολο είναι μια από τις αστικές περιοχές της Βραζιλίας με τα υψηλότερα ποσοστά αστέγων: εργαζόμενοι και μη που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ιλιγγιώδεις τιμές της γης, των ακινήτων και των ενοικίων.
Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τεράστιες εκτάσεις γης που παραμένουν ανεκμετάλλευτες, οι τοπικές αρχές μένουν αδρανείς ή προκρίνουν την εκμετάλλευσή τους από την κερδοσκοπία της βιομηχανίας των ακινήτων. Σε αυτό το πλαίσιο, οι καταλήψεις του MTST έχουν σταθερά αντιμετωπίσει την καταστολή των Αρχών, που προβαίνουν σε βίαιες εκκενώσεις των καταλήψεων στέγης και γης, όπως στην περίπτωση της κατάληψης ενός οικοπέδου της Volkswagen, το 2003, στο Σάο Μπερνάρντο.
Αντίστοιχα στη σημερινή συγκυρία, το τοπικό δικαστήριο εξέδωσε στις αρχές Νοεμβρίου εντολή εκκένωσης της κατάληψης του Σάο Μπερνάρντο, ενώ το δημαρχείο της πόλης δήλωσε: «H διοίκηση είναι αντίθετη σε κάθε εισβολή σε δημόσια ή ιδιωτική γη».
Την εντολή εκκένωσης, ωστόσο, ακολούθησε μια τεράστια πορεία του ΜTST, με περισσότερους από 20.000 συμμετέχοντες, στους δρόμους του Σάο Πάολο, που ανάγκασε τις τοπικές αρχές να προβούν σε διαπραγματεύσεις με τους επικεφαλής του κινήματος και να αποδεχθούν την έναρξη διαδικασιών επίσημης απογραφής αυτών που διαμένουν στην κατάληψη γης του Σάο Μπερνάρντο.
Μια σειρά από εκδηλώσεις, συναυλίες, διαμαρτυρίες στον δρόμο και πολιτικές δράσεις πλαισιώνουν την κατάληψη, δίνοντας κοινωνική φωνή στο μεγάλο αυτό εγχείρημα και ενδυναμώνοντας τις πρωτοβουλίες αλληλεγγύης προς τους κατοίκους του, σε όλη τη χώρα.
Η κοινωνικοποίηση της ανεκμετάλλευτης γης και των εγκαταλελειμμένων κτιρίων για τη στέγαση του πληθυσμού αποτελεί πάγια διεκδίκηση του Κινήματος των Εργαζομένων Αστέγων, που μετρά είκοσι χρόνια δράσης. Η στρατηγική του κινήματος βασίζεται σε μαζικές καταλήψεις και διαδηλώσεις, και στοχεύει την άσκηση πίεσης προς τις κυβερνητικές αρχές για την αλλαγή της αστικής και της κοινωνικής πολιτικής, όχι μόνο στα θέματα της στέγασης, αλλά και ευρύτερα της κοινωνικής ισότητας.
Το κίνημα γεννήθηκε το 1997 στους κόλπους του ιστορικού Κινήματος των Αγροτών χωρίς Γη (ΜST), της Βραζιλίας, αλλά στα χρόνια που ακολούθησαν ανέπτυξε μια αυτόνομη δυναμική. Η δράση του επικεντρώνεται στις αστικές περιοχές της χώρας, για την καταπολέμηση της φτώχειας, την πρόσβαση στην εργασία και την αμφισβήτηση του υπάρχοντος συστήματος ιδιοκτησίας.
Στα είκοσι χρόνια της δράσης του, το MTST έχει οργανώσει τουλάχιστον δέκα μεγάλες καταλήψεις στο Σάο Πάολο και την Καμπίνας, που βασίστηκαν σε διεργασίες αυτo-οργάνωσης, αυτοστέγασης και αυτοκατασκευής.[4]. Παρά τη βίαιη καταστολή που έχουν δεχθεί οι καταλήψεις του MTST, το κίνημα έχει σε πολλές περιπτώσεις κερδίσει την εκχώρηση εκτάσεων γης, την κρατική δέσμευση για κατασκευή οικιστικών μονάδων και την ένταξη αστέγων σε προγράμματα στέγασης.
Μια από τις κριτικές που έχει ασκηθεί στο κίνημα είναι ότι η στρατηγική των διαπραγματεύσεων με τις τοπικές αρχές για τη διασφάλιση κατοικίας των αστέγων, του προσδίδει μια αμφιταλατευόμενη θέση «εντός» και «εκτός» του συστημικού διαλόγου για τη στέγαση, ειδικά επί διακυβέρνησης του Εργατικού Κόμματος (PT) [5].
Παρ’ όλα αυτά, το MTSΤ παραμένει ένα κίνημα που έχει χαρακτηριστικά ριζοσπαστικότητας στη δράση όσον αφορά την οργάνωση των καταλήψεων, την υπεράσπισή τους μέσω μεγάλων διαδηλώσεων στον δρόμο και την πολιτικοποίηση του προβλήματος της στέγασης στην βραζιλιάνικη κοινωνία. Με αυτή την έννοια, είναι ένα κίνημα με κεντρική θέση στους κοινωνικούς αγώνες που διεξάγονται αυτή τη στιγμή στη Βραζιλία, το οποίο διεκδικεί την υλοποίηση μιας διαφορετικής αστικής πολιτικής.
Σημειώσεις: [1] Υπάρχει ένα εντυπωσιακό κενό αναφορικά με τις επίσημες, επικαιροποιημένες καταγραφές για τον αριθμό των αστέγων στη Βραζιλία. Η έρευνα της Leticia Marques Osorio για την Παγκόσμια Έκθεση για την Κατοικία, το 2007, που δημοσιεύεται από το UN-Habitat, καταγράφει ότι το 2001 ο αριθμός των αστέγων στη Βραζιλία ήταν περίπου 20 εκατομμύρια άνθρωποι, στους οποίους δεν περιλαμβάνονται οι κάτοικοι αυτοσχέδιων καταλυμάτων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, την ίδια περίοδο υπήρχαν 4,8 εκατομμύρια άδειες κατοικίες στη χώρα. Πιο πρόσφατες καταγραφές εκτιμούν ότι ο αριθμός των αστέγων στη Βραζιλία αγγίζει τα 24 εκατομμύρια (βλ. Homeless People in Brazil), ανάμεσά τους εκατομμύρια παιδιά (https://homelessworldcup.org/homelessness-statistics/).
[2] Βλ. G. M. Lovisi, Cl. Pinheiro Ferri , K. C. Ornelas Amado, M. Prince, “Pathways to homelessness among older people in Rio de Janeiro, Brazil”, Bulletin of the World Health Organization, Vol. 85, Number 11, στον σύνδεσμο http://www.who.int/bulletin/volumes/85/11/07-043455/en/.
[3] Βλ. το άρθρο των Cibele Rizek και André Dal’Bó, «The Growth of Brazil’s Homeless Workers’ Movement», στο Global Dialogue, Magazine of the International Sociological Association, στον σύνδεσμο http://isa-global-dialogue.net/the-growth-of-brazils-homeless-workers-movement/.
[4] Βλ. Κ. Πετράκος, «Αστικά κοινωνικά κινήματα στη Βραζιλία. Το δικαίωμα στη στέγη», Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Αρχιτεκτονική-Σχεδιασμός Χώρου, Φεβρουάριος 2010, στον σύνδεσμο https://www.arch.ntua.gr/project/6522.
[5] Βλ. C. Rizek, A. Dal’Bó, «The Growth of Brazil’s Homeless Workers’ Movement», ό.π., και επίσης J. Crocitti (επιμ.), Brazil Today: An Encyclopedia of Life in the Republic, Volume 1, ABC-CLIO, LLC, 2012, σ. 311-312. Πηγη: pass-world.gr
Διαβάστε επίσης:
Άστεγες οικογένειες κάνουν κατάληψη γης
Ο αφανισμός των φυλών του Αμαζονίου
Η ποινικοποίηση των αστέγων