0
1
σχόλια
674
λέξεις
Α' ΠΡΟΣΩΠΟ

Η επίσημη ιστορία ασχολείται με τους βρούτσηδες και τους φαήλους. Ένα κείμενο από το Βυτίο

DOC TV
10 Δεκεμβρίου 2013
ΦΡΕΝΑΡΑ ΛΙΓΟ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΑΥΤΟ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΚΑΣΤΑΜΟΝΗΣ, είδα την πινακίδα για πολλοστή φορά και συνέχισα. «Εδώ στις αρχές του Μάρτη 1944, γερμανοί και ντόπιοι συνεργάτες τους κρέμασαν έλληνα πατριώτη». Κοιτάζω την πινακίδα και σκέφτομαι ότι θα μ’ άρεσε περισσότερο να έγραφε «εδώ γερμανοί και ντόπιοι φασίστες κρέμασαν έναν άνθρωπο που αγωνιζόταν για την ελευθερία, και έτυχε να είναι έλληνας».

ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ ΑΝ ΑΥΤΗ Η ΣΚΕΨΗ ΕΙΝΑΙ ΣΚΕΤΗ ΠΟΖΑ ή αν είναι αποτέλεσμα κάποιων τελευταίων διαβασμάτων σε συνδυασμό με την απέχθεια για τη σημερινή διακυβέρνηση του Κράτους της δεξιάς, που μας τρίβει στα μούτρα τη λέξη «έθνος» σε κάθε ευκαιρία. Είτε μιλάμε για την πολιτική διαμαρτυρία, είτε μιλάμε για το περιστατικό με τη μάνα που έχασε το παιδί της τις προάλλες, για ό,τι και να μιλάμε, δε σταματάει η επίκληση στο έθνος.

ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΄ΧΕΙ, ΣΤΕΚΟΜΑΙ ΕΔΩ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΚΑΣΤΑΜΟΝΗΣ στη Νίκαια, λίγο πριν φτάσω στη δουλειά και παρατηρώ την πινακίδα και παρατηρώ τα παλιά φαντάσματα.

ΠΑΡΑΤΗΡΩ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ. Μια Σέρβα χάνει το παιδί της και κινδυνεύει με απέλαση. Ο άστεγος που κοιμόταν και τα συμπράγκαλα έφευγαν μακριά με τον αέρα, δεν πήρε χαμπάρι τίποτα. Κάποιοι υπάλληλοι, κάποιοι εργαζόμενοι, κάποιοι εργάτες προσάγονται πρωινιάτικα μπροστά σε κάποιο υπουργείο. Διαμαρτύρονται, γιατί μπαίνουν σε κινητικότητα, μπαίνουν σε διαθεσιμότητα, πες το καλά επιτέλους, διαμαρτύρονται, γιατί απολύονται. Ένας άνθρωπος σε μια εκπομπή μιλάει στον Βρούτση και μιλάει για την αναπηρία του από κάποιο παλιό εργατικό ατύχημα, για τα 600 ή τα 400 του ευρώ, μοναδικό του εισόδημα.

ΠΑΡΑΤΗΡΩ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ, ζωντανά, πραγματικά, που αρνούνται να χαθούν μέσα στο χαμό και την αυταρχική ελληνική ιστορία.

ΣΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ «ΧΑΛΑΡΑ» βλέπω μια παράσταση. Μια παράσταση για κανονικούς ανθρώπους, γι’ αυτούς που μιλάει -τα ‘χουμε ξαναπεί- αριστουργηματικά ο Χρήστος Οικονόμου. Άνθρωποι δύσκολοι σε ζοφερούς καιρούς. Τι σημαίνει κρίση; Τι σημαίνει δουλειά, τι σημαίνει ζωή και τι θάνατος; Τα διηγήματα του Οικονόμου μιλάνε για τη σέρβα μάνα, για το εργατικό ατύχημα κάποιου Πέτρου, για διαμαρτυρίες, αγωνίες και ματαιώσεις πριν γράψει γι’ αυτά η Guardian.

ΑΣ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΦΤΩΧΕΙΑ, για τον αληθινό κόσμο, ας μιλήσουμε για ανθρώπους, την ίδια ώρα ζωντανούς και φαντάσματα. Φαντάσματα, γιατί δε μιλάμε γι’ αυτούς παρά ελάχιστα, φαντάσματα γιατί περνάνε χρόνια ολόκληρα μέσα στη φωτιά και η επίσημη μνήμη τους αφήνει μόνιμα απέξω, αρνείται να τους προσεγγίσει, να τους καταλάβει, να τους ακούσει.

Η ΕΠΙΣΗΜΗ ΜΝΗΜΗ, Η ΕΠΙΣΗΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ασχολείται με τους βρούτσηδες και τους φαήλους. Ασχολείται με όσους πατάνε τη γενική, αόρατη και παντοδύναμη σκανδάλη. Τα σκάγια όμως χτυπάνε τούς από κάτω. Και οι από κάτω μιλάνε μόνο στ’ αυτιά όσων έχουν θάρρος και καρδιά ανοιχτή.

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ (BLACKOUT-ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ) παίζεται ανάμεσα σε κανονικούς ανθρώπους, όχι στο σύνηθες θεατρικό κοινό των γυναικών με τις γούνες ή της στρατιάς των εναλλακτικών. Θαμώνες ταβλαδόροι, γέροι που δε βγάζουν ποτέ το μπουφάν τους, εργάτες που κρατάνε το τσίπουρο με όλη τους τη χούφτα. Κι ανάμεσά τους οι ήρωες της παράστασης και εμείς οι θεατές. Ένας γέρος έτρωγε και ύστερα έκλεινε τα μάτια ακούγοντας τον ηθοποιό. Σε μια στιγμή γύρισε και τον κοίταξε. Ο ηθοποιός μιλούσε για έναν σιδερά.

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΑΙΣΘΗΜΑ. Οι ιστορίες των φαντασμάτων συνοδεύονται με τσίπουρο και η ζωή κάθεται πάνω στους ώμους μας ατόφια σαν ένα στέρεο κομμάτι κάρβουνο, ελαφριά και βρόμικη σαν τη στάχτη από ένα τασάκι.

ΣΤΕΚΟΜΑΙ ΕΔΩ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΚΑΣΤΑΜΟΝΗΣ, στη Νίκαια και παρατηρώ την πινακίδα. Βρίσκομαι δίπλα σε έναν απ’ τους ήρωες της παράστασης. Αυτός δούλευε στην οδό Καισαρείας, στο σούπερ μάρκετ, δύο στενά από εδώ. Τα παλιά φαντάσματα συναντάνε τα νέα. Οι ντόπιοι φασίστες ακόμη στέλνουν κόσμο αδιάβαστο, οι εργάτες έχουν να αντιμετωπίσουν υπουργούς και αφεντικά και η επίσημη μνήμη εξακολουθεί να μη βρίσκει λόγια να πει για τους ανθρώπους που σηκώνουν τα χρόνια σαν φορτίο.

ΠΙΝΩ ΕΝΑ ΤΣΙΠΟΥΡΟ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΠΟΥ ΕΙΔΑ, θαμώνων και συντελεστών της παράστασης, στο καφενείο «χαλαρά» στην οδό Εμμανουήλ Μπενάκη.

ΑΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΑΝΑΡΩΤΙΟΜΑΣΤΕ ΟΛΟ ΠΡΟΣΠΟΙΗΣΗ και γκρίνια, υπάρχει τέχνη μες στην κρίση; Υπάρχει, μόνο που κρύβεται σε στοές και καφενεία, ψιλοντρέπεται για τον εαυτό της και συνυπάρχει με την πραγματική ζωή. Όταν ανοίξει όμως το στόμα της, καίγονται τα σωθικά μας.

Το Βυτίο
 
εμφάνιση σχολίων