0
1
σχόλια
1315
λέξεις
Α' ΠΡΟΣΩΠΟ
«Η τελειότητα» του Βιντσέντζο Λατρόνικο κυκλοφορεί σε περισσότερες από 29 χώρες ενώ ήταν υποψήφιο για το Διεθνές Βραβείο Booker 2025. Διαβάζουμε ένα απόσπασμα
 
DOCTV.GR | ΦΩΤΟ: UNSPLASH
19 Δεκεμβρίου 2025

Οι ήρωες του Βιντσέντζο Λατρόνικο είναι ένα νεαρό ζευγάρι ψηφιακών νομάδων που ζει το όνειρό του στο Βερολίνο. Ο Λατρόνικο είναι συγγραφέας, μεταφραστής, κριτικός τέχνης και το «Η τελειότητα» είναι το τέταρτο βιβλίο του. Έζησε στο Βερολίνο για ένα διάστημα της ζωής του ενώ σήμερα κατοικεί στο Μιλάνο. 

Η περίληψη του βιβλίου: Όλοι θα ήθελαν τη ζωή της Άννας και του Τομ. Ένα νεαρό ζευγάρι ψηφιακών νομάδων ζει το όνειρό του στο Βερολίνο, σε ένα φωτεινό διαμέρισμα γεμάτο φυτά και αντικείμενα ντιζάιν. Η καθημερινότητά τους περιστρέφεται γύρω από το εκλεπτυσμένο φαγητό, την προοδευτική πολιτική ατζέντα, τον σεξουαλικό πειραματισμό και τα ατελείωτα πάρτι. Η ιδανική συνθήκη, κοινή για μια ολόκληρη γενιά, που ζει και ανασαίνει μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Σταδιακά, η τελειότητα αποδεικνύεται μονότονη και οι ισορροπίες τους εύθραυστες. Οι φίλοι τους επιστρέφουν στην πατρίδα, κάνουν παιδιά, ωριμάζουν. Ο ακτιβισμός τους, τόσο άρτιος επιφανειακά, πρακτικά περιορίζεται στο να μποϊκοτάρουν το Uber, να αφήνουν φιλοδώρημα σε μετρητά ή να μην τρώνε τόνο. Η ζωή τους, πίσω από τα άψογα φωτογραφικά καρέ που οι ίδιοι δημιουργούν, αρχίζει να μοιάζει με χρυσό κλουβί. Η Άννα και ο Τομ προχωρούν σε ολοένα και πιο ριζοσπαστικά βήματα, αναζητώντας την αυθεντικότητα και τον σκοπό που διαρκώς ξεγλιστρούν μέσα από τα χέρια τους. Διαβάζουμε ένα απόσπασμα.

«Ο ακτιβισμός τους, τόσο άρτιος επιφανειακά, πρακτικά περιορίζεται στο να μποϊκοτάρουν το Uber, να αφήνουν φιλοδώρημα σε μετρητά ή να μην τρώνε τόνο»

«Ε ν ε σ τ ώ τ α ς:  Το φως του ήλιου λούζει το δωμάτιο μέσα από το τρίφατσο παράθυρο, βάφει με σμαραγδένιες αποχρώσεις τα διάτρητα φύλλα μιας τροπικής μονστέρας, απλωμένης σαν σύννεφο, και αντανακλάται στο παρκέ με τις φαρδιές σανίδες, χαρίζοντάς του μια μελένια λάμψη. Οι μίσχοι ίσα που χαϊδεύουν τη ράχη μιας σκανδιναβικής πολυθρόνας, κι επάνω στο κάθισμά της υπάρχει ένα ανοιχτό περιοδικό, γυρισμένο από την ανάποδη. Τo λαμπερό πράσινο χρώμα των φύλλων, το κόκκινο του εξωφύλλου, το πετρόλ της ταπετσαρίας και η απαλή ώχρα του πατώματος ξεχωρίζουν κόντρα στο πάλλευκο των τοίχων, χρώμα που επαναλαμβάνεται στη γωνία ενός ανοιχτόχρωμου χαλιού κι ύστερα χάνεται στο περιθώριο της φωτογραφίας.

Στην επόμενη φαίνεται η εξωτερική όψη του κτιρίου: μια αρτ νουβό πολυκατοικία, στολισμένη στο γείσο με ανάγλυφα φύλλα ακάνθου και τσιμεντένια εσπεριδοειδή. Το λευκό της πρόσοψης μόλις που διακρίνεται κάτω από στρώματα γκράφιτι με φωσφοριζέ χρώματα, σκισμένες αφίσες και ξεφτισμένους σοβάδες. τα γύψινα τύμπανα του δεύτερου ορόφου ίσα που γίνονται αντιληπτά κάτω από την κρούστα της βρομιάς.

Η πολυτέλεια των αρχών του εικοστού αιώνα και η τραχιά ακαθαρσία της σύγχρονης εποχής συνυφαίνονται σε μια ελεύθερη και παρακμιακή ατμόσφαιρα, αποπνέοντας ταυτόχρονα κάτι ερωτικό. Μερικά παράθυρα είναι σφραγισμένα με ξασπρισμένες πλάκες νοβοπάν, και πίσω από τα υπόλοιπα διακρίνονται φυτά και γιρλάντες με λαμπάκια. Ένας καταρράκτης από κισσό ξεχύνεται προς το πεζοδρόμιο από ένα μπαλκόνι. (...)

Δουλεύουν προφανώς από το λάπτοπ τους, αλλά μάλλον με ρυθμούς ζωγράφου παρά υπαλλήλου

Το δωμάτιο στα αριστερά είναι ένα γραφείο για δύο άτομα. Υπάρχει μια μεγάλη επιφάνεια από λευκή λάκα με πόδια σε σχήμα φουρκέτας, η οποία χωρίζεται σε δύο συμμετρικούς σταθμούς εργασίας: καθένας με μια εξωτερική οθόνη, ένα ασύρματο πληκτρολόγιο, ένα φωτιστικό με σπαστό βραχίονα κι ένα ζευγάρι ακουστικά κεφαλής σε ζωηρά χρώματα. Στη μια μεριά υπάρχει μια βίντατζ καρέκλα της δεκαετίας του ’70, με επιχρωμιωμένη βάση και ρυθμιζόμενο ύψος, στην άλλη, μια εργονομική γονατιστή καρέκλα από ξύλο και μαύρο ύφασμα.

Ένας τοίχος καλύπτεται από ράφια με μυθιστορήματα και graphic novel, κυρίως στα αγγλικά, ανάμεσα στα οποία παρεμβάλλονται ογκώδη άλμπουμ – μονογραφίες για τον Νοόρντα και τον Γουόρχολ, η σειρά του Έντουαρντ Τάφτι για τα infographics, ο τόμος των εκδόσεων Taschen για την ιστορία της τυπογραφίας, κι ένας άλλος αφιερωμένος στις εισόδους των μιλανέζικων κτιρίων. Αντί για βιβλιοστάτες υπάρχουν μικρά παχύφυτα σε τσιμεντένια γλαστράκια, μια φωτογραφική μηχανή με πτυσσόμενο σκόπευτρο, επιτραπέζια παιχνίδια – Scrabble, Risk, Catan. Σε μια γωνία φαίνονται ένα ρούτερ κι ένας εκτυπωτής Α3.

Μια μόνο φωτογραφία δείχνει το μπάνιο, φωτισμένο από ένα στενό παράθυρο όλο κι όλο, μα παρ’ όλα αυτά λαμπερό χάρη στις ανακλαστικές επιφάνειες. Το φύλλωμα ενός μεγάλου κρεμαστού κισσού πέφτει από την κουρτινόβεργα, κι έχει το ίδιο ζωηρό πράσινο χρώμα με τα πλακάκια ψηφίδες που καλύπτουν το πάτωμα και την πλάτη της μπανιέρας. Σ’ ένα κυλινδρικό ντουλαπάκι με συρόμενα πορτάκια, ένας μικρός ουρανοξύστης από μπουκαλάκια και φιαλίδια, διαφορετικά μεταξύ τους, αλλά με παρόμοιες ετικέτες σε λευκό, απαλό ροζ ή ανοιχτό γκρίζο χρώμα, με τα ονόματα κάθε μάρκας τυπωμένα με λεπτούς, κομψούς χαρακτήρες sans serif – χωρίς πατούρες.

Απέναντι από το καθιστικό βρίσκεται η κρεβατοκάμαρα. Ένα παχύ διπλό στρώμα είναι τοποθετημένο πάνω σε ένα πλαίσιο από τατάμι. Τέσσερα αφράτα μαξιλάρια κρύβουν το κεφαλάρι, ενώ το πάπλωμα είναι σκεπασμένο με ένα πάτσγουορκ κουβερλί, η μοναδική χρωματική πινελιά ανάμεσα στις λινές μαξιλαροθήκες και παπλωματοθήκες, στο λευκό των τοίχων και το κίτρινο παλ των τατάμι.

Υπάρχουν δύο πορτατίφ: κάτι λεπτοί μεταλλικοί κύλινδροι από τους οποίους προεξέχει μια λάμπα με ορατό νήμα. δύο καλόγεροι πλαισιώνουν συμμετρικά ένα ταξιδιωτικό μπαούλο. ένα στρώμα γιόγκα είναι τυλιγμένο σε μια γωνία, δίπλα στα βαράκια και στο λάστιχο αντίστασης. Όλες οι φωτογραφίες είναι φωτεινές και ευκρινείς, μία ωστόσο δείχνει το δωμάτιο σκοτεινό, με τις κουρτίνες τραβηγμένες, τους τοίχους διάστικτους από πορτοκαλί φως, που τρυπώνει σε πιτσιλιές μέσα στο δωμάτιο όταν ξυπνά κανείς αργά και ο ήλιος είναι ήδη ψηλά στον ουρανό – μπορεί να είναι Κυριακή, μπορεί και όχι.

Η ζωή που υπόσχονται αυτές οι εικόνες είναι μια ζωή ξεκάθαρη και στοχευμένη, απλή. Σε αυτή τη ζωή, την άνοιξη και το καλοκαίρι οι άνθρωποι πίνουν τον καφέ τους στο μπαλκόνι που βλέπει ανατολικά και απολαμβάνουν τον ήλιο, σκρολάρουν τους τίτλους των New York Times και τις ενημερώσεις των κοινωνικών δικτύων στην οθόνη ενός τάμπλετ. Ποτίζουν τα λουλούδια στο πλαίσιο μιας ρουτίνας που περιλαμβάνει γιόγκα κι ένα πρωινό εμπλουτισμένο με διάφορα είδη σπόρων. Δουλεύουν προφανώς από το λάπτοπ τους, αλλά μάλλον με ρυθμούς ζωγράφου παρά υπαλλήλου: έπειτα από μια έκρηξη απόλυτης προσήλωσης στο γραφείο ακολουθεί μια βόλτα, μια βιντεοκλήση με έναν φίλο που προτείνει ένα πρότζεκτ, ανταλλαγή σχολίων στα σόσιαλ, μια επίσκεψη-αστραπή στη βιολογική αγορά της γειτονιάς.

Οι μέρες είναι μεγάλες και στο τέλος οι ώρες εργασίας είναι πιθανότατα περισσότερες από εκείνες ενός υπαλλήλου. Με τη διαφορά ότι, σε αντίθεση με έναν υπάλληλο, κανείς δεν μετρά τις ώρες, διότι σε μια τέτοια ζωή, η εργασία παίζει σημαντικό ρόλο χωρίς να γίνεται καταναγκαστικό έργο ή βάρος. Απεναντίας, είναι πηγή εξέλιξης, δημιουργικό ερέθισμα, το μουσικό χαλί της μελωδίας της απόλαυσης.

Σε αυτή τη ζωή, πάντως, υπάρχει χώρος και για τη χαρά, κι αυτό είναι εμφανές από χίλιες δυο λεπτομέρειες. Έπειτα από μια ατελείωτη μέρα δουλειάς ακολουθεί μία ώρα επιβεβλημένης αποτοξίνωσης πίνοντας ένα απεριτίβο στο μπαρ, ξεφυλλίζοντας ένα περιοδικό κουρνιασμένοι στον καναπέ, απολαμβάνοντας τη θαλπωρή όταν έξω έχει παγωνιά. Η σημασία στην ομορφιά και την απόλαυση μοιάζει να αφομοιώνεται στην καθημερινή ζωή, όπως οι κόκκοι ενός διαλύματος μέσα στο νερό.

Μια τέτοια ζωή είναι ευτυχισμένη, φαίνεται άλλωστε κι από τις φωτογραφίες που συνοδεύουν την αγγελία, σύμφωνα με την οποία το διαμέρισμα διατίθεται για βραχυχρόνια ενοικίαση στην τιμή των εκατόν δεκαοκτώ ευρώ τη βραδιά. συν την αμοιβή της Ουκρανής καθαρίστριας, η οποία πληρώνεται μέσω μιας γαλλικής πλατφόρμας gig-working με φορολογική έδρα στην Ιρλανδία· συν την προμήθεια της πλατφόρμας τουριστικών ενοικιάσεων, με γραφεία στην Καλιφόρνια και φορολογική έδρα στην Ολλανδία, κι εκείνη του διαχειριστή ψηφιακών πληρωμών, με έδρα στο Σιάτλ και θυγατρική στο Λουξεμβούργο· συν τον φόρο διαμονής που απαιτεί ο δήμος του Βερολίνου».

 

Vincenzo Latronico, Η τελειότητα (μτφρ. Δήμητρα Δότση), εκδόσεις Loggia. Ο Βιντσέντζο Λατρόνικο (Ρώμη, 1984) έζησε για χρόνια στο Βερολίνο και σήμερα κατοικεί στο Μιλάνο. Είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κριτικός τέχνης. Έχει μεταφράσει έργα σπουδαίων συγγραφέων, όπως του Τζορτζ Όργουελ, του Όσκαρ Ουάιλντ, του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ και του Χανίφ Κιουρέισι. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην Corriere della Sera και στη La Stampa, ενώ είναι τακτικός συνεργάτης του Internazionale. Η τελειότητα, το τέταρτο μυθιστόρημά του, το πρώτο που μεταφράζεται στα ελληνικά, πρόκειται να κυκλοφορήσει σε περισσότερες από 29 χώρες και είναι υποψήφιο για το Διεθνές Βραβείο Booker 2025.

εμφάνιση σχολίων