Γνωστή ως «η Γλύπτρια που ήταν ερωμένη του Rodin». Παραλίγο να θαφτεί από την ιστορία, την πατριαρχία και την ηθικολογία. Αλλά το έργο της, την δικαίωσε μετά θάνατον
Η Camille Claudel ήταν Γαλλίδα γλύπτρια περισσότερο γνωστή για τις χάλκινες και μαρμάρινες απεικονίσεις μορφών της σε αισθησιακό ύφος. Στο πιο διάσημο ίσως γλυπτό της, La Valse (Το Βαλς) (1889-1905), η Claudel απεικονίζει κομψά την αγκαλιά ενός χορευτικού ζευγαριού, αποτυπώνοντας τη ροή και των δύο μορφών, ενώ λένε πως αυτό το διάστημα της τέχνης της είναι επηρεασμένο από αυτό του εραστή της, του περίφημου Auguste Rodin.
Η Καμίλ εργάστηκε ως βοηθός στο εργαστήριο του Ροντέν και συμμετείχε σε πολλά από τα έργα του
Γεννημένη στις 8 Δεκεμβρίου 1864 στο Fère-en-Tardenois της Γαλλίας, σπούδασε κοντά στον Alfred Boucher στην Académie Colarossi. Ήταν μέσω του δασκάλου της που γνώρισε για πρώτη φορά τον Rodin. Η Καμίλ εργάστηκε ως βοηθός στο εργαστήριο του Ροντέν και συμμετείχε σε πολλά από τα έργα του.
Ο Ροντέν ήταν παντρεμένος και η Καμίλ υπέφερε από την αβεβαιότητα της σχέσης και από την έλλειψη αναγνώρισης του ταλέντου της, τόσο καλλιτεχνικά όσο και οικονομικά. Κυριευμένη προφανώς από κατάθλίψη (και όχι από την αποτυχημένη σχέση της με τον Ροντέν, όπως λέει ο «μύθος»), νοσηλεύτηκε και έμεινε σε ιδρύματα για πολλά χρόνια, μάλλον με τις ευχές της μητέρας της που θεωρούσε πως καταστρέφει την τιμή και την υπόληψη της οικογένειας.
Το έργο της Καμίλ ήταν συχνά πιο τολμηρο και εκφραστικό από εκείνο του Ροντέν ενώ θεωρείται από πολλούς πιο πρωτοποριακή. Στην πορεία της καριέρας της ξέφυγε από τη σκιά του Ροντέν και καθιέρωσε τη δική της φήμη, με θεματολογία που επικεντρώθηκε στην καθημερινή ζωή, ιδιαίτερα σε πορτρέτα γυναικών.
Μεταφέρεται σε διάφορα ιδρύματα. Την επισκέπτεται μόνο ο αδελφός της, που θα διασωσει το έργο της
Το 1913 πεθαίνει ο πατέρας της, ωστόσο η Κλοντέλ δεν ενημερώνεται για το γεγονός από την οικογένειά της. Οκτώ ημέρες αργότερα, μετά από πρωτοβουλία του αδελφού της, η Κλοντέλ εισάγεται στην ψυχιατρική κλινική Maison de Santé. Θεωρείται πιθανό πως για την εισαγωγή της υπέγραψε η μητέρα της.
Η τοπική εφημερίδα L' Avenir de L' Aisne δημοσιοποιεί τον εγκλεισμό της και τα δημοσιεύματα που ακολουθούν, κατηγορούν την οικογένειά της για την καταστροφή μιας ιδιοφυίας. Στα επόμενα χρόνια, η Κλοντέλ μεταφέρεται σε διάφορα ιδρύματα ενώ δέχεται επισκέψεις μόνο από τον αδελφό της ο οποίος προσπαθεί να συντηρήσει το έργο της.
Σε επιστολή της, το 1915, προς τον διευθυντή της κλινικής όπου τότε νοσηλευόταν η Κλοντέλ, η μητέρα της γράφει πως δεν επιθυμεί να την επισκεφθεί ξανά καθώς έχει προκαλέσει πολύ κακό στην οικογένεια. Στις αρχές του 1920 ο γιατρός της, Dr. Brunet, στέλνει επιστολή στη μητέρα της προκειμένου να γίνει σταδιακή επανένταξη της Κλοντέλ στο οικογενειακό περιβάλλον, αλλά εκείνη αρνείται.
Θα περάσουν άλλα 13 χρόνια και μετά από περίπου τριάντα χρόνια συνολικού εγκλεισμού, η Κλοντέλ πεθαίνει στις 19 Οκτωβρίου του 1943, σχεδόν άγνωστη. Το 1951, ο αδελφός της οργάνωσε μία έκθεση στο Μουσείο Ροντέν και έκτοτε, το μουσείο έχει ενσωματώσει στη συλλογή του τον κύριο όγκο των έργων της. Σήμερα, η φήμη της έχει αποκατασταθεί και τα έργα της βρίσκονται στις συλλογές του Musée d'Orsay στο Παρίσι, του Courtauld Institute of Art στο Λονδίνο, του Εθνικού Μουσείου Γυναικών στις Τέχνες στην Ουάσιγκτον και του Μουσείου Τέχνης της Φιλαδέλφειας μεταξύ άλλων.