Η προσωπική αλήθεια ψάχνει να βρει το δρόμο κάτω από το σκοτάδι της εποχής
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
17 Οκτωβρίου 2011
ΜΑΛΙΣΤΑ. ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ. Όμως στην ουσία μετά τα σαράντα αυτό που σε περιμένει είναι οι ανάγκες της ψυχής με τη μορφή υπαρξιακής κρίσης. Η συνειδητοποίηση ότι πάντα κάτι θα σου λείπει. Ο Γιουνγκ πάλι λέει ότι οι έξι στους δέκα «ασθενείς» που κατέφευγαν σ΄ αυτόν δεν έπασχαν από κάποιου είδους ψυχολογική ασθένεια, διαταραχή, ή κλονισμό αλλά από έλλειψη Νοήματος. Ήταν άδειοι από νόημα γι΄ αυτό και βαθύτατα θλιμμένοι και μελαγχολικοί.
ΕΔΩ ΚΑΙ ΑΡΚΕΤΟΥΣ ΜΗΝΕΣ ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΜΕ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΠΟΛΥ, τίποτα δεν με ενδιαφέρει αρκετά, τίποτα δεν με κινητοποιεί τόσο ώστε να τρέξω, ή να αισθανθώ βαθύτερα. Σα να έχω κεραυνοβοληθεί από απάθεια, αδιαφορία και αναισθησία που μπορούν παρόλα αυτά να διακοπούν από δάκρια κατά τη διάρκεια μιας παντελώς γελοίας διαφήμισης, ή ακούγοντας ένα δεύτερο τραγούδι, στο ανέβασμα ενός αθλητή στο βάθρο του νικητή, σε μια εικόνα ανθρώπινου μεγαλείου, ή σε μια σκηνή ταινίας που ο σκηνοθέτης έβαλε επίτηδες για να εκβιάσει συναισθηματικά. Σαν ευαίσθητος δέκτης -σαν κάποιος δηλαδή, χωρίς άμυνες στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα- είναι πιθανόν να με επηρεάζει και να με εξουθενώνει η κοινωνική κρίση. Αφού το κοινωνικό είναι και προσωπικό και το προσωπικό γίνεται και κοινωνικό είναι ίσως η καλπάζουσα αποσύνθεση που με κάνει να αισθάνομαι όπως αισθάνομαι.
ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ, ΔΙΑΛΥΣΗ, ΠΑΡΑΚΜΗ. Όπου κι αν γυρίσεις έρχεσαι αντιμέτωπος με μια Κόλαση. Όμως στις εκλάμψεις μου ξέρω ότι υπερβάλλω. Χρειάζεται μεγάλη αυτοπειθαρχία για να μην παρασυρθείς από τις Κασσάνδρες εσωτερικές και εξωτερικές και να ομολογήσεις, καταπνίγοντας τον ναρκισσισμό σου, ότι δεν ζούμε κάτι πρωτόγνωρο, μοναδικό και ιδιαζόντως τραγικό. Οι κοινωνίες είναι σχεδόν πάντα σε κρίση εκτός από ορισμένα μεγάλα χρόνια που μας εξελίσσουν. Μιλάμε για παρακμή ήδη από τον 4ο αιώνα. Στον ελληνικό πολιτισμό οι πολύ μεγάλοι ποιητές που βρίσκονται στην κορυφή της παγκόσμιας δημιουργικότητας εμφανίζονται μέχρι το 400 π.Χ. Μετά κενό. Διαβάζω ότι στα τέλη της βασιλείας της Ελισάβετ αλλά και στους πρώτους βασιλείς των Στιούαρτς (17ος) είχε απλωθεί στην Αγγλία μια δυσθυμία παντού: οι θρησκευτικές διαμάχες, η φτώχεια, η πανούκλα, η ανεργία είχαν απλώσει παντού ένα σύννεφο αβεβαιότητας, ματαιότητας, παραλυσίας. Κι ύστερα στη δεκαετία του τριάντα (1931) ο Χάινριχ Μάν (συγγραφέας, όπως και ο μεγαλύτερος αδελφός του Τόμας Μαν) λίγο πριν αυτοεξοριστεί από την Γερμανία γράφει, σα να γράφει για την Ελλάδα : «Είναι ήδη βράδυ στη Γερμανία. Η οικονομία καταρρέει λίγο πολύ παντού αλλά μόνο στη Γερμανία έχει αυτή την επίδραση πάνω στον ψυχισμό των ανθρώπων. Σας θυμίζω ότι το νόμισμα κινδύνεψε σε όλες τις χώρες. Ωστόσο μόνο στη Γερμανία υπέκυψε τελικά στην καταστροφή». Όπως τότε. Όπως τώρα.
Ο ΧΑΪΝΤΕΓΚΕΡ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΜΕΝΟΣ ΕΙΠΕ ΟΤΙ Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ σα σύνολο δεν έχει βγει ακόμα από την προϊστορία της σκέψης. Αυτοί που σκέπτονται πρωτότυπα είναι ελάχιστοι σε σχέση με τον παγκόσμιο πληθυσμό. Όλοι μπορούμε να κάνουμε σκέψεις αφού η σκέψη μπορεί να αποδοθεί στην νευροφυσιολογία και στις εξελικτικές μας ικανότητες αλλά το να κάνει κάποιος σκέψεις που να αξίζουν και να μας προοδεύουν όλους είναι ένα φαινόμενο σπάνιο. Κι επί πλέον η κοινωνία έχει αναπτύξει μια φοβερή ικανότητα να πνίγει κάθε γνήσια απόκλιση είτε αποσιωπώντας την είτε πουλώντας την σαν οποιοδήποτε προϊόν. Όμως η μελαγχολία και ο μελαγχολικός πάντα περισσεύουν. Ακατάτακτοι. Μόνοι και «άρρωστοι». Εκτός. Λίγοι είναι αυτοί όμως για τους οποίους λέει ο Χέλντερλιν ότι «μπορούν να πιάσουν το κεραυνό με γυμνά τα χέρια».
ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΤΗ ΔΥΣΦΟΡΙΑ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ ΠΑΡΑΚΜΗ επειδή δεν έχουμε πολιτικά και κοινωνικά ιδεώδη που να μας ενώνουν όλους ενώ ταυτόχρονα κυριαρχούν η ηδονοθηρία, το ευτελές, το εφήμερο και η επανάσταση ως διαφημιστικό σλόγκαν. Όμως να το πω ευθέως: όσοι ψάχνουμε νόημα και μελαγχολούμε επειδή δεν το βρίσκουμε είμαστε εκείνο το βελόνι του τραγουδιού «που πατάς και σε αγκυλώνει». Είμαστε η φάλτσα κλωστή της κοινωνίας που της χαλάει την ευτυχισμένη ομοιομορφία. Ένα καρφί στο μάτι μιας κοινωνίας που καταναλώνει για να ξεχνάει και έχει εθιστεί στη Λήθη. Οι μελαγχολικοί είμαστε αυτοί που με τα μάτια ορθάνοιχτα δηλώνουμε ότι αυτός ο κόσμος όπως είναι αυτή τη στιγμή πάει κατά διαόλου και πρέπει επειγόντως να κάνουμε κάτι. Ο Φρόιντ παρατήρησε ότι ο μελαγχολικός, «έχει οξύτερη θεώρηση της αλήθειας από τον μη-μελαγχολικό».
ΜΠΟΡΕΙ ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΘΩΡΑΚΙΣΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ να διαθέτουν ένα πλεόνασμα αναισθησίας ή μάλλον ασυνειδησίας αλλά εμείς είμαστε το ψυχολογικό βαρόμετρο της ανθρωπότητας. Και τώρα αυτό το βαρόμετρο δείχνει ότι η αίσθηση του «δεν πάει άλλο» είναι γενικευμένη. Όμως το ζήτημα της μελαγχολίας είναι βαθύτερο. Για να γίνεις άνθρωπος πρέπει να ξεφύγεις από τα όρια σου είπε με λίγα λόγια ο Πλάτωνας. Δηλαδή; Να καλλιεργήσουμε την μοναδικότητά μας. Η προσωπική μας αλήθεια εμπεριέχει την ενηλικίωση. Μόνο τα παιδιά ταυτίζονται με το συλλογικό. Και ναι. Εκεί που τελειώνουν οι βεβαιότητες αρχίζει η μεταμόρφωση. Και ναι όταν είσαι σε κρίση είσαι μόνος σου. Σα να περπατάς σε ένα σκοτάδι με μια φλόγα που τρεμοσβήνει ελπίζοντας να γίνεις φως.
εμφάνιση σχολίων