«Σε τούτο το κλασικό δοκίμιο ο Σαρτρ επιχειρεί να φέρει τα εργαλεία της φαινομενολογίας στη μελέτη του συναισθήματος, ενώ ταυτόχρονα ασκεί κριτική τόσο στις κυρίαρχες ψυχολογικές θεωρίες του καιρού του όσο και στην ψυχανάλυση». Ένα απόσπασμα που περιλαμβάνεται στο δοκίμιο «Τα συναισθήματα» (εκδ. Δώμα)
Η παθητική θλίψη χαρακτηρίζεται, ως γνωστόν, από μια συμπεριφορά συντριβής· παρατηρείται μυϊκή χαλάρωση, ωχρότητα, ψύχρανση των άκρων· μαζευόμαστε σε μια γωνιά, μένουμε καθιστοί, ακίνητοι, προσφέροντας μια όσο το δυνατόν μικρότερη επιφάνεια του εαυτού μας στον κόσμο.
Προτιμάμε το ημίφως από το άπλετο φως, τη σιωπή από το θόρυβο, τη μοναξιά ενός δωματίου από τα πλήθη των δημόσιων χώρων ή των δρόμων. «Για να μείνουμε μόνοι», όπως λέμε, «με τον πόνο μας». Αυτό δεν είναι διόλου αλήθεια. Είναι της μόδας να δείχνει κανείς πως στοχάζεται βαθιά τα βάσανά του. Αλλά είναι αρκετά σπάνιο φαινόμενο ένας άνθρωπος να αγαπά πραγματικά τον πόνο του. Ο λόγος είναι τελείως διαφορετικός: μολονότι χάθηκε μια από τις πάγιες συνθήκες της δράσης μας, ο κόσμος συνεχίζει να απαιτεί από εμάς να ενεργούμε μέσα σε αυτόν και πάνω σε αυτόν, δίχως να υπάρχει πλέον αυτή η πάγια συνθήκη.
Οι περισσότερες από τις δυνητικότητες που τον ενοικούν (οι δουλειές που πρέπει να γίνουν, οι άνθρωποι που πρέπει να δούμε, οι πράξεις της καθημερινής ζωής που πρέπει να εκτελέσουμε) έχουν παραμείνει οι ίδιες. Όμως τα μέσα για την επίτευξή τους, τα μονοπάτια που διασχίζουν τον «οδολογικό χώρο» μας έχουν αλλάξει.
Για παράδειγμα, αν έχω μόλις μάθει ότι καταστράφηκα οικονομικά, δεν έχω πλέον τα ίδια μέσα (δικό μου αυτοκίνητο, κ.λπ.). Πρέπει να υποκαταστήσω τα πρότερα μέσα με νέα μέσα (να πάρω το λεωφορείο, κ.λπ.)· και αυτό ακριβώς δεν θέλω. Η θλίψη στοχεύει στην κατάργηση της υποχρέωσης να αναζητήσω αυτά τα νέα μονοπάτια, αποσκοπεί στη μεταμόρφωση της δομής του κόσμου αντικαθιστώντας την παρούσα διάρθρωση του κόσμου με μια δομή εντελώς αδιαφοροποίητη.
Εν ολίγοις, σκοπός είναι να καταστήσω τον κόσμο μια θυμικά ουδέτερη πραγματικότητα, ένα σύστημα σε πλήρη θυμική ισορροπία, να αποφορτίσω τα αντικείμενα που έχουν ισχυρή συναισθηματική φόρτιση, να τα φέρω όλα στο θυμικό μηδέν και, έτσι, να τα θεωρήσω όλα ως απολύτως ισοδύναμα και εναλλάξιμα.
Με άλλα λόγια, επειδή πλέον ούτε μπορούμε ούτε και θέλουμε να κάνουμε αυτό που σχεδιάζαμε, φερόμαστε κατά τρόπο τέτοιον ώστε το σύμπαν να μην απαιτεί πλέον τίποτα από εμάς. Ο μόνος τρόπος για να συμβεί αυτό είναι να ενεργήσουμε πάνω στον εαυτό μας, μπαίνοντας οικειοθελώς «σε λήθαργο» — και το νοηματικό σύστοιχο αυτής της στάσης είναι αυτό που θα ονομάσουμε «το ζοφερό»: το σύμπαν είναι ζοφερό, δηλαδή: έχει μια αδιαφοροποίητη δομή. Την ίδια στιγμή, παίρνουμε από τη μεριά μας μια μαζεμένη θέση, «κουρνιάζουμε». Το νοηματικό σύστοιχο αυτής της στάσης είναι «το καταφύγιο».
Όλο το σύμπαν είναι ζοφερό, αλλά επειδή ακριβώς θέλουμε να προστατευτούμε από την τρομακτική και απέραντη μονοτονία του, δημιουργούμε έναν τυχαίο δικό μας χώρο, μια δική μας «γωνιά». Είναι η μόνη διαφοροποίηση στην απόλυτη μονοτονία του κόσμου: ένα τοιχίο, λίγη αφάνεια, που κρύβει τη ζοφερή απεραντοσύνη του κόσμου.
Ζαν-Πωλ Σαρτρ Τα συναισθήματα, Σχεδίασμα μιας θεωρίας Μετάφραση-εισαγωγή: Αντώνης Χατζημωυσής, (εκδ. Δώμα). Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ (Jean-Paul Charles Aymard Sartre, 21 Ιουνίου 1905 - Παρίσι 15 Απριλίου 1980), ήταν Γάλλος φιλόσοφος, λογοτέχνης και κριτικός, γνωστότερος εκπρόσωπος του υπαρξισμού. Σπούδασε Φιλοσοφία και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ανέπτυξε έντονη αντιστασιακή δραστηριότητα. Μετά τη λήξη του, ίδρυσε μαζί με τον Μορίς Mερλό Ποντί το περιοδικό «Σύγχρονοι Καιροί». Σύντροφος της ζωής του υπήρξε η Σιμόν ντε Μποβουάρ, αν και δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Θεωρούσε ότι οι διανοούμενοι πρέπει να παίζουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία και ο ίδιος στήριζε τις αριστερές πολιτικές επιλογές του με τη ζωή του και το έργο του. Ο Σαρτρ υποστήριζε ένα νέο ουμανισμό, σ’ ένα κόσμο χωρίς την ανάγκη θεού. Τις ιδέες του κατόρθωσε να τις περάσει και μέσα από τα μυθιστορήματα και τα θεατρικά του έργα. Λόγω της αθεϊστικής στάσης του, όλα τα βιβλία του τοποθετήθηκαν από την καθολική εκκλησία στη λίστα των απαγορευμένων. Αποστρεφόταν τις επίσημες τελετές και τα αξιώματα και για αυτό το λόγο, το 1964, αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας το 1964. Τα δύο πιο σημαντικά φιλοσοφικά του έργα θεωρούνται «Το είναι και το μηδέν» (1943) και η «Κριτική της διαλεκτικής λογικής» (1960).
Ακολουθήστε μας στο Instagram και στο Facebook για να βλέπετε τα άρθρα που σας ενδιαφέρουν