4
1
σχόλια
916
λέξεις
ΣΙΝΕΦΙΛ

H εφημερίδα Guardian για την άνοιξη του ελληνικού κινηματογράφου

DOC TV
3 Σεπτεμβρίου 2011
«Μάλλον πρόκειται για το χειρότερο φιλί στην ιστορία του σινεμά. Δύο νεαρές γυναίκες έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο μπροστά από έναν άσπρο τοίχο. Γέρνουν τα κεφάλια τους, και με σφραγισμένα τα χείλη, λυγίζουν περίεργα τα σαγόνια τους. Χωρίς ίχνος πάθους. Μετά από ένα βασανιστικό λεπτό, σταματούν. Η ταινία “Attenberg” της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη δεν γίνεται περισσότερο φυσιολογική στην συνέχεια. Η ηρωίδα της Μαρίνα είναι ένα 23χρόνο κορίτσι που σιχαίνεται την ιδέα της ανθρώπινης επαφής, μένει με τον ετοιμοθάνατο πατέρα της τον οποίο φαντάζεται γυμνό αλλά χωρίς γεννητικά όργανα, ακούει Suicide και βλέπει μανιωδώς τα ντοκιμαντέρ του David Attenborough. Κι αν όλο αυτό ακούγεται ιδιόμορφο, η Μαρίνα όπως και η ταινία είναι σίγουρα εκκεντρική αλλά επίσης έξυπνη, ευαίσθητη και περίεργα λογική.

«Στεναχωριέμαι όταν διαβάζω την λέξη ιδιόμορφη για την ταινία “Attenberg”. Δεν ήθελα η Μαρίνα να είναι παράξενη αλλά σταθερή, αφοσιωμένη στις αρχές της, όχι όμως εύκολη με τους ανθρώπους» λέει η Τσαγγάρη. Προτιμά να δουλεύει με το σώμα και όχι με βάση την ψυχολογία. Δεν είναι οπαδός της σχολής της μεθόδου και οι επιρροές της ξεκινούν από την αρχαία τραγωδία και φτάνουν στον Κιούμπρικ και τον Μπουνιουέλ. Το “Attenberg” μπορεί να μην μιλά απευθείας για την οικονομική κρίση αλλά με τον τρόπο του αντικατοπτρίζει την σημερινή γενιά των Ελληνών.



Όσοι παρακολουθούν σινεφίλ ταινίες θα έχουν προσέξει ότι το “Attenberg” δεν είναι η μόνη υπέροχα παράξενη ταινία που βγήκε από την Ελλάδα τελευταία. Είχε προηγηθεί ο «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου μια σουρεαλιστική σπουδή πάνω στην οικογένεια, με τρείς εφήβους να είναι περιορισμένοι στο σπίτι τους και συστηματικά παραπληροφορημένοι για τον έξω κόσμο πιστεύοντας ότι οι γάτες είναι δολοφόνοι, τα ζόμπι μικρά κίτρινα λουλούδια και η αιμομιξία καθημερινός παράδεισος.



Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί από ειδυλλιακός μεσογειακός προορισμός και χώρα του «γάμου αλά Ελληνικά» σε χώρα προβλημάτων. Κι όχι μόνο με οικονομικούς όρους. Ας μην ξεχνάμε την ταραχές τον Δεκέμβριο του 2008. Είναι λοιπόν πιθανόν ο κινηματογράφος της ν’ αλλάζει επίσης. Ο αυξανόμενος αριθμός ανεξάρτητων και ανεξήγητα περίεργων ταινιών που γυρίζονται, οδήγησε τους ψαγμένους να ανακοινώσουν την άφιξη ενός νέου ελληνικού κύματος γνωστό ως «Παράξενο Ελληνικό κύμα».

Ταιριαστός ή όχι ο τίτλος, αν όντως υπάρχει κύμα ο Λάνθιμος και η Τσαγγάρη είναι στην κορυφή του. Ο «Κυνόδοντας» βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ των Καννών και κέρδισε μία υποψηφιότητα στα Όσκαρ ενώ το “Attenberg” κέρδισε το βραβείο γυναικείου ρόλου πέρυσι στο Φεστιβάλ της Βενετίας.

Υπάρχουν βέβαια κι άλλες λιγότερο περίεργες ταινίες που γνωρίζουν επιτυχία. Το "Wasted Youth" του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου που άνοιξε το φεστιβάλ του Ρότερνταμ (δείτε τη συνέντευξή του στο DOC TV), είναι η ιστορία ενός σκέιτερ εμπνευσμένη από την σύγχρονη πραγματικότητα και τις ταραχές του 2008. Αληθινές σκηνές των ταραχών περιλαμβάνονται και στην ταινία «Χώρα προέλευσης» του Σ. Τζουμέρκα. Υπάρχει ο «Μαχαιροβγάλτης» του Γιάννη Οικονομίδη μία σκληρή καλλιτεχνική ματιά στην απόγνωση της μεσαίας τάξης και η «Στρέλλα» του Πάνου Κούτρα στην οποία ένας πρώην κατάδικος και μια τρανσέξουαλ δημιουργούν μια ανορθόδοξη οικογένεια.



Είναι σύμπτωση ότι η πιο μπερδεμένη χώρα κάνει τον πιο μπερδεμένο κινηματογράφο του κόσμου; «Η αλήθεια είναι ότι σε κάποιο βαθμό οι άνθρωποι χρειάζονται την κατηγοριοποίηση» λέει ο Γ. Λάνθιμος. «Δεν είναι ακριβώς σύμπτωση. Δεν υπάρχει μια κοινή φιλοσοφία, γεγονός που νομίζω ότι είναι θετικό. Το κοινό είναι ότι δεν υπάρχουν κεφάλαια, οπότε πρέπει να κάνουμε τις δικές μας πολύ φθηνές ταινίες».

Ο Λάνθιμος και η Τσαγγάρη έχουν κάνει παραγωγή ο ένας στις ταινίες του άλλου συμπεριλαμβανομένης και της πρώτης ταινίας του Λάνθιμου «Κινέτα». Ο ίδιος έπαιξε και στο “Attenberg”. «Την βοηθώ στις ταινίες της, με βοηθά στις δικές μου» λέει. «Είναι ο μόνος τρόπος να κάνεις ταινίες εδώ. Δεν υπάρχουν πραγματικοί παραγωγοί στην Ελλάδα και καμία επιχορήγηση πλέον. Τον περισσότερο καιρό δεν ξέρουμε πως θα τα καταφέρουμε, είναι ένας εφιάλτης. Αλλά τουλάχιστον γίνεται με αγάπη».

Η Τσαγγάρη είχε περισσότερη εμπειρία στα λογιστικά του ανεξάρτητου σινεμά δίπλα στον ειδήμωνα Richard Linklater (βλέπε Πριν το ξημέρωμα, Waking Life, Slacker, Dazed and Confused). Έχοντας κερδίσει μια υποτροφία του ιδρύματος Fullbright για σπουδές στην Νέα Υόρκη, παρακολούθησε ένα κινηματογραφικό σεμινάριο στο Ώστιν του Τέξας. Εκεί γνώρισε τον Linklater και τελικά έμεινε στο Ώστιν για οκτώ χρόνια με ενεργή συμμετοχή στο τοπικό φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους και γυρίζοντας ταινίες, πρωτού επιστρέψει στην Ελλάδα για να δουλέψει στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Aγώνων της Αθήνας 2004, όπου γνώρισε και τον Λάνθιμο.

Ένα πράγμα που ενώνει την νέα γενιά των Ελλήνων είναι μια ανησυχία σε σχέση με την οικογένεια σύμφωνα με την Τσαγγάρη. «Πρόκειται για Ελληνική εμμονή. Ο λόγος που η πολιτική και η οικονομία έχουν τόσα προβλήματα είναι γιατί λειτουργούν σαν οικογένεια. Μετράνε οι γνωριμίες». Οι νέοι εναντιώνονται στην τυραννία της καταγωγής τους και την νοσταλγία για την ιστορία τους. «Στον 21ο αιώνα είναι κάτι που όλοι μας προσπαθούμε να υπονομεύσουμε».

Πόσο εύκολο θα είναι αυτό, μένει ν’ αποδειχθεί. Η νέα ταινία του Λάνθιμου «Άλπεις» (σε παραγωγή της Τσαγγάρη) κάνει πρεμιέρα στην Βενετία. Ο ίδιος δεν νομίζει ότι θα συνεχίσει να γυρίζει ταινίες στην Ελλάδα: «Νόμιζα πως η επιτυχία του Κυνόδοντα θα έκανε τα πράγματα λίγο ευκολότερα, αλλά δεν το νομίζω πλέον. Δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα συνεχίσουν οι άνθρωποι να θυσιάζουν τους εαυτούς τους για την τέχνη».



Η Τσαγγάρη απ’ την άλλη, έχοντας ζήσει εκτός Ελλάδας για 15 χρόνια, σχεδιάζει να μείνει. «Έτσι έχει η κατάσταση και με κάποιο τρόπο πρέπει να την διορθώσουμε. Το σινεμά είναι ένας ωραίος τρόπος. Δεν λέω ότι θα κάνω ταινία για τις ταραχές, αλλά η Ελλάδα είναι μια άγνωστη χώρα ακόμα και για τους κατοίκους της και θέλω να την ανακαλύψω για τον εαυτό μου».


To κείμενο έγραψε ο Steve Rose, δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου της εφημερίδας Guardian.

εμφάνιση σχολίων