0
1
σχόλια
862
λέξεις
Α' ΠΡΟΣΩΠΟ

Από το Βυτίο

DOC TV
13 Νοεμβρίου 2013
ΜΠΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΠΤΙ, ΤΟΥΣ ΑΚΟΥΩ ΝΑ ΣΥΝΟΜΙΛΟΥΝ στην είσοδο του φροντιστηρίου δίπλα. Αυτή, κρατώντας το σκυλί της, λέει: «ε, δηλαδή τι; Σφάξε με, αγά μου, ν’ αγιάσω; Ε όχι, θα παλέψω». Αυτός απαντάει: «Να πολεμήσεις, δηλαδή, για τα δικαιώματα του υπαλλήλου και του εργάτη; Πώς δηλαδή; Αφού δεν υπάρχει τίποτα. Δεν έχει τίποτα. Τι να δώσει; Δε γίνεται».

ΤΟ ΣΚΗΝΙΚΟ ΣΕ ΜΙΑ ΤΥΧΑΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ. Βρήκε μια δουλειά, 350 ή 400 ευρώ, μαύρα. Σ’ το ανακοινώνει. Είσαι αμήχανος, γιατί δεν ξέρεις πώς να αντιδράσεις. Είχε ζόρια, χρειαζόταν τα χρήματα. Πες μπράβο, πες ωραία, γιατί δε λες; Δείξε τη χαρά σου, ρε, γιατί δεν τη δείχνεις; Τα χρήματα είναι λίγα, οι ώρες αρκετές ή πολλές, μένει στο νοίκι, τα έξοδα τρέχουν, να πάμε και για κανένα ποτό κάποια στιγμή. Τι να φτάσει; Πώς να χαρείς;

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, ΤΑ ΜΙΝΤΙΑ, Ο ΔΙΠΛΑΝΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΚΙΑ και καμιά 60αριά διανοούμενοι πρώτης γραμμής σού λένε πως άμα σου δώσουν 400 ευρώ για να ζήσεις, θα πρέπει να λες ευχαριστώ. Θα πρέπει να δουλεύεις, να προσπαθείς, να είσαι συνεπής με τις υποχρεώσεις σου, να στύβεις την πέτρα, να είσαι αισιόδοξος, άμα χρειαστεί να είσαι καινοτόμος και ευέλικτος. Να μη ζεις πάνω απ’ τις δυνατότητές σου. Πόσες είναι οι δυνατότητές σου; 400 ευρώ. Ε, θα ζεις ως τα 400 ευρώ. Αυτές οι δυνατότητες, αυτή και η ζωή σου.

ΣΟΥ ΛΕΝΕ ΟΤΙ ΤΕΤΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ, ΑΡΑ ΝΑ ΛΕΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ. Να είσαι ευγνώμων που έχεις 400 ευρώ, κάποιον ελεύθερο χρόνο, μία απάντηση στο πού βρίσκεσαι τώρα των γνωστών. Να είσαι ευγνώμων γιατί είσαι ζωντανός, ζόμπι, αλλά ζωντανός, δούλος, αλλά ζωντανός, χωρίς επιθυμίες, αλλά ζωντανός, χωρίς ζωή, αλλά ζωντανός.

ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΑ ΤΟΥΣ ΘΙΑΣΩΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΚΟΠΗΣ (μόνη ίσως θετική νοηματοδότηση της προκοπής: Ως προκοπή αντιλαμβάνομαι ένα ωραίο κυριακάτικο τραπέζι και φίλους χορτάτους και μεθυσμένους. Άρα, προκομμένοι εμείς που τους δεξιωθήκαμε). Αλλά τώρα πια δε μπορούμε να κάνουμε τη συζήτηση για την ουσία της παραγωγικότητας και τι αυτή τελικά σημαίνει για το πώς ζούμε. Τώρα πρέπει να λέμε απλά ευχαριστώ.

ΑΛΛΩΣΤΕ, ΤΟ ΑΜΕΣΩΣ ΕΠΟΜΕΝΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ θα είναι να απορρίπτεις προτάσεις εργασίας. Να μη θες να μπεις/επιστρέψεις στην εταιρεία. Να μη θες να βάλεις τη στολή της ειδικής οικονομικής ζώνης. Απαπά. Απαγορεύονται τέτοιες κουβέντες. Απαγορεύονται. Να κάνεις τη δουλίτσα για τα 400 ευρώ. Δε βλέπεις ότι έχουμε κρίση; Δε βλέπεις πώς είναι οι συνθήκες; Δεν επιτρέπεται πλέον κριτική στην εντατική εργασία, δεν επιτρέπεται αμφισβήτηση της ανάπτυξης. Εδώ για 400 ευρώ θα πρέπει να κάνεις υπόκλιση στον κύριο εργοδότη, για ποιο όχι μιλάμε;

Ο ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΜΟΣ ΩΣ ΑΔΕΙΟ ΚΕΛΥΦΟΣ. Ο αντιφασισμός του Μπίστη και του μέγκα τσάνελ. Ο αντιφασισμός που δε σημαίνει τίποτα, δεν ζητάει τίποτα, δε βρίσκει τη βάση του πουθενά. Η ζωή η ίδια ως άδειο κέλυφος.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΑΥΡΑ 400 ΕΥΡΩ, ευχαριστούμε τον κύριο εργοδότη για την εξαήμερη εργασία, ευχαριστούμε τον κύριο Βενιζέλο για τον αντιφασιστικό αγώνα, ευχαριστούμε το μέγκα τσάνελ για όλα.

ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ. Τώρα υπομονή και πάλι υπομονή. Κάποιος θα σε ανταμείψει τόσο, όσο να πληρώσεις ένα μέρος των υποχρεώσεών σου. Κάποιος θα σε βοηθήσει να φας κάτι, να μείνεις κάπου, αλλά πού; Πού είναι αυτό το σπίτι που αφήνει αρκετά ρέστα απ’ τα 400 ευρώ; Για ζωή, ευτυχία, ελευθερία ούτε λόγος. Δεν είναι ο καιρός τέτοιος. Πιες αλλά όχι πολύ, βγες αλλά όχι πολύ, γύρνα στο πατρικό σου, φύγε έξω, κάνε κάτι. Τόσο όσο.

ΣΤΙΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΖΩΝΕΣ η συναίνεσή σου θα ζητηθεί για μια σειρά από θέματα. Χαμηλοί μισθοί, οικολογική καταστροφή, κατάρρευση. Μετά τη συναίνεση θα πρέπει να έρθει και η ευγνωμοσύνη.

ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΟΡΑΗ, Ο ΤΟΞΙΚΟΕΞΑΡΤΗΜΕΝΟΣ-ΑΣΤΕΓΟΣ ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ. «Γιατί με κοιτάς έτσι, από πού είσαι εσύ;», ρωτάει την κυρία που μάλλον κοιτούσε επίμονα ή και αποδοκιμαστικά. Μου κάνει εντύπωση η ερώτηση, αυτό το «από πού είσαι εσύ;» το έχω πει εκνευρισμένος σε έναν μπάτσο κάποτε, νομίζω στις 12 Φλεβάρη. Τότε μόλις το ξεστόμισα, γέλασα κατευθείαν με τον εαυτό μου. Τι εννοούσα άραγε μες στην τσαντίλα; Όχι φυσικά την καταγωγή του. Ότι δεν είναι απ’ την ίδια πραγματικότητα με μας; Ότι δε μεγάλωσε στην ίδια πόλη με μας; Δεν είδε τους ίδιους δρόμους και τα ίδια αυτοκίνητα;

Η ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ. Φυσικά και θα δουλέψουμε κάποτε για 400 ευρώ, αλλά δεν είμαστε ζόμπι, τρομαγμένοι ναυαγοί σε άγνωστο τόπο. Ξέρουμε και τον κύριο εργοδότη και τον κύριο τηλεοπτικό αντιφασίστα. Ξέρουμε ότι δεν είμαστε ευγνώμονες. Μπορούμε να δούμε το ψέμα στη φράση «μη ζείτε πάνω απ’ τις δυνατότητές μας». Μπορούμε να μη μπερδεύουμε τη ζωή με την παραγωγικότητα και το χρόνο με την εργασία. Μπορούμε να αρνηθούμε αν χρειαστεί να σώσουμε κάτι απ’ τον εαυτό μας. Ξέρουμε ότι μπορούμε να σταματήσουμε την κανονική ροή των πραγμάτων.

ΞΕΡΟΥΜΕ ΟΤΙ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΦΙΛΙΠΠΙΔΟΥ, στο κέντρο της Αθήνας, ένα χέρι θυμάται την ειρωνεία, τη λύσσα και τη χαρά που οι συνθήκες αδυνατούν να χωρέσουν. Ένα ειρωνικό σύνθημα, με κάποιον αλλόκοτο τρόπο, μου θυμίζει, πρωί στην Κυψέλη, ότι αυτό που αποκαλούμε συνθήκες και που επιχειρεί να καθορίσει τη ζωή σου, αναπόφευκτα θα πρέπει κάποια στιγμή να συγκρουστεί με τις πιο σφοδρές σου επιθυμίες. Και αυτή η μάχη δεν έχει ακόμη κριθεί.

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ που -ελπίζω- δε θα ’ναι από τα τελευταία, θα χαρώ να κοιτάω κάποτε την παραγωγικότητα, ως έννοια και ως πραγματικότητα, να αυτοκαταργείται.

Το Βυτίο
 
εμφάνιση σχολίων