0
1
σχόλια
934
λέξεις
Α' ΠΡΟΣΩΠΟ
«Επιβιώνει ό, τι ξεφεύγει απ’ τη μυθολογία των διανοούμενων και την αγκαλιά όλων εμάς των αγαπητικών της αθηναϊκής μητρόπολης». Από το Βυτίο
 
DOCTV.GR
23 Απριλίου 2018
Κάθε βράδυ διαβάζω την Joan Didion να γράφει για το θάνατο και κάθε πρωί ένα εκατομμύριο άνθρωποι (μαζί τους κι εγώ) οδηγούν και γράφουν μηνύματα στο τσατ.
Οδηγώ μπροστά απ’ το δημοτικό θέατρο Πειραιά. Μπροστά είναι μαζεμένοι εκατοντάδες μαθητές. Κάποιου είδους εκδρομή. Και ξαφνικά, ενώ είμαστε σταματημένοι στο φανάρι, ξεκινάει ένα άγριο ξύλο μεταξύ μισής ντουζίνας πιτσιρικιών. Βλέπω τις γροθιές και τις κλοτσιές να κατευθύνονται προς αυτόν που προφανώς είναι πεσμένος κάτω. Μια απεγνωσμένη καθηγήτρια προσπαθεί να τους ξεχωρίσει, αλλά δεν το καταφέρνει, παρεμβαίνουν κι άλλοι.

Εντέλει ο πεσμένος σηκώνεται. Τον βλέπω καθώς προχωράει, πίσω του οι δύο φίλοι του, με το μάτι μαυρισμένο και σκούρο αίμα να τρέχει κάπου μεταξύ στόματος και μύτης. Καταλαβαίνω ότι λέει κάτι του στιλ «θα σε γαμήσω ρε». Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι χτυπημένος άσχημα, αλλά αυτός προχωράει τρομερά ευθυτενής, σχεδόν αγέρωχος. Η καθηγήτρια οδύρεται κάπου πίσω του φωνάζοντας προς μια αόριστη κατεύθυνση. Στην αρχή με πιάνει κάτι κάπως άγριο, η εικόνα χεριών και ποδιών που ξεσπούν σε έναν πεσμένο στο πεζοδρόμιο. Αλλά μετά η εικόνα του παιδιού. Ο αέρας των δεκαέξι είναι ισχυρότερος απ’ τη βία. Όσο κι αν πονά, όσο κι αν ματώνει, προχωράει και η λεωφόρος τσαλακώνεται απ’ το βάρος του. Σχεδόν μπορώ να τον δω να ρίχνει πλάγιες ματιές μέσα απ’ το μαύρο του βλέμματός του στα κορίτσια της τάξης.

Ύστερα στο μετρό, ένα ζευγαράκι εφήβων, περνά ανάμεσα στα μηχανήματα χωρίς φυσικά να χτυπήσει εισιτήριο. Παραδίπλα κάποιοι παλεύουν με τα μηχανήματα, με τα ψιλά, με την επαναφόρτιση του εισιτηρίου. Κάποιοι, αρκετοί, στέκονται στην ουρά στο γκισέ. Αλλά αυτοί οι δυο, πανίσχυροι, αλαζόνες, ανίκητοι (ερωτευμένοι ή απλά φλερτάρουν κι αυτό είναι αρκετό) περνάνε, βαδίζοντας πάνω θαρρείς απ’ τα ακυρωτικά μηχανήματα, ακυρώνοντας την ίδια την ιδέα του ελέγχου, ακυρώνοντας τη θλιβερή ύπαρξη ενός σταθμού μετρό γεμάτου ανθρώπους αγχωμένους, βιαστικούς, χορτάτους από ήττα.

“I remember thinking that I needed to discuss this with John”. O άντρας της Didion έχει πεθάνει και την επόμενη μέρα κάτι προκύπτει και αυτή σκέφτεται το παραπάνω. Κάθε πρωί οι οδηγοί συνεχίζουν να γράφουν μηνύματα γεμίζοντας ξένα ινμποξ την ώρα που οδηγούν. Αλλά ο θάνατος αφορά πάντα κάποιους άλλους. Η Didion λέει κάπου ότι όταν ψάχνει τα τηλέφωνα των νοσοκομειακών που έχει σημειωμένα, θυμάται ότι τα έχει κρατήσει σε περίπτωση που χρειαστούν για κάποιον στην πολυκατοικία. Εντωμεταξύ στη λεωφόρο Συγγρού το πλήθος των πτωμάτων (ανθρώπινων και μη) διαρκώς αυξάνεται. Αναρωτιέμαι αν όντως τελευταία είναι περισσότερα τα πτώματα στην άσφαλτο ή αν εγώ τα παρατηρώ ή και αν τελικά είναι θέμα συγκυρίας.  Προχθές μου φάνηκε ότι πρώτη φορά παρατήρησα πόσο κόκκινο είναι το κόκκινο του αίματος στην άσφαλτο.

Καθώς οι ρόδες δεν αποφεύγουν τα πτώματα των ζώων, γατιά και σκυλιά διπλό και τριπλοπατημένα, το ραδιόφωνο έχει ξεμείνει στον εν λευκώ, αφηρημένος δεν πρόλαβα να το αλλάξω, οπότε ο τζούμας εισβάλλει στο πρωινό με αγανακτισμένο ύφος «έλεος πια, έχετε μάθει μια ζωή τσαμπατζήδες» και τελειώνει έτσι όλη τη συζήτηση για τα εισιτήρια στο μετρό. Το πολύ το κούλνες εντέλει σε μετατρέπει είτε σε φριχτό άνθρωπο είτε σε φωτογραφία (μια στατική εικόνα, η συρρίκνωση του εαυτού σε μια πολύ συγκεκριμένη προσποίηση και τίποτα άλλο).

Αλλά εμένα το μυαλό μου ξανατρέχει στο μετρό και σε αυτό το ζευγαράκι που, με το πανάλαφρο πάτημα, το συνωμοτικό γέλιο και το επιθετικό ύφος, ισοπέδωσε μέσα σε μια στιγμή πέντε έξι ετήσιους ισολογισμούς. Κι ύστερα σκέφτομαι και την υπόλοιπη παρέα των παιδιών. Η πρόσληψη της εικόνας των άλλων αντανακλά τους δικούς μου (εφηβικούς) φόβους. Βλέπω το ζευγάρι και χαίρομαι, βλέπω ένα παιδί να ακολουθεί πιο πίσω, λίγο πιο «νορμάλ» ντυμένο, λίγο πιο συγκρατημένο και αναρωτιέμαι, θα προλάβει αυτό να ζήσει αρκετά έτσι που κρατιέται και όλο περιμένει, περιμένει ποιος ξέρει τι;

Μετρό Πανεπιστήμιο. Η μάχη των αρωμάτων. Στις κυλιόμενες ένας παππούς μυρίζει τη χαρακτηριστική παππουδίλα, που σημαίνει το σώμα που πάλιωσε, το σώμα που ταλαιπωρήθηκε και ταλαιπωρείται τώρα που μιλάμε να ανεβοκατεβαίνει στους υπόγειους σταθμούς μιας πόλης εχθρικής για όποιον δεν έχει φτερωτά ποδάρια και περισσευούμενη ένταση. Λίγο νωρίτερα, μέσα στο υποθηκοφυλακείο, ανάμεσα σε σώματα υπαλλήλων και δικηγόρων που ασφυκτιούν στον ήρεμο θάνατο των αιτήσεων, της σκόνης και των εκατομμυρίων διευκρινιστικών τηλεφωνημάτων, καθώς στέκομαι με πλάτη προς το διάδρομο, ένα άρωμα περνάει από πίσω μου. Κι εμένα που δε μ’ αρέσουν τα δυνατά αρώματα, γυρνάω αντανακλαστικά, να δώσω μορφή στη ζωή που συνεχίζει, που επιμένει, που ακόμη κι εδώ μέσα δεν τα έχει παρατήσει. Βλέπω μόνο μια καπαρντίνα και μακριά ξανθά μαλλιά και ακόμη μυρίζω το άρωμα που εδώ μέσα μοιάζει με επαναστατική προκήρυξη.

Περπατάω προς το μετρό και περνάω απ’ την μικρή οδό Ρεμούνδου. Τέσσερα πέντε νεοκλασικά στη σειρά. Παιδικός σταθμός, μπουρδέλο, κατοικία, εγκαταλελειμμένο κτίριο. Αυτή άραγε η συνθήκη αποτελεί συμφορά ή σωτηρία για την περιοχή; Η λαϊκή παραδίπλα στη Φυλής πως και φωτογραφίζεται τόσο λιγότερο απ’ αυτήν της Καλλιδρομίου (ίσως βέβαια φταίει που δεν έχει αυτή την ανηφοροκατηφόρα. Ίσως δηλαδή είναι ζήτημα εντελώς πρακτικό).

Επιβιώνει ό, τι ξεφεύγει απ’ τη μυθολογία των διανοούμενων και την αγκαλιά όλων εμάς των αγαπητικών της αθηναϊκής μητρόπολης. Ο (βάσιμος) αντίλογος φυσικά πάντα είναι ο ίδιος. Τι ζωή είναι κι αυτή στην οδό Ρεμούνδου; Μόνο ζόρι, δράμα και κίτρινες λάμπες να καίνε μες στο καταμεσήμερο πάνω από σιδερένιες πόρτες και θεόκλειστα παντζούρια. Όλα είναι καταδικασμένα να μη συναντήσουν πουθενά τη σωτηρία.

Ξαναμπαίνω στο αυτοκίνητο, αποφεύγω το ίδιο σκοτωμένο τιγρέ γατί που απέφυγα και το πρωί, και την ώρα που γράφω νοερά ένα ποστ για τραυματισμούς, πεσμένα σώματα και θανάτους, στην πραγματικότητα σκέφτομαι μόνο τη δύναμη όχι του αίματος, αλλά της φρασούλας της Didion. Σκέφτομαι τις μικρές κοφτές προτάσεις της. Σύντομοι ειλικρινείς δυναμίτες. Κι αυτοί σαν κατακόκκινο αίμα στην άσφαλτο είναι.
εμφάνιση σχολίων